1. Κίνεϊρ: Ταξίδι μέσα από τη Μ. Ασία, την Αρμενία και το Κουρδιστάν-> |
Εισαγωγή
Το βιβλίο αναφέρεται στον Πόντο, όπως τον είδαν και τον περιέγραψαν δυτικοί περιηγητές τού 19ου αιώνα. Ο λόγος για τον οποίο εξετάστηκαν αρχικά οι πληροφορίες αυτών των περιηγητών, ήταν για να προσδιοριστεί η διαδρομή τής Καθόδου των Μυρίων επί τού χάρτη, όπως την αφηγείται ο Ξενοφών στην Κύρου Ανάβαση. Τα προβλήματα που συνδέονται με αυτόν τον προσδιορισμό αντιμετωπίζονται σε βιβλίο που γράφτηκε παράλληλα με το παρόν (Ιορδάνης Παραδεισόπουλος, Ο Γρίφος τού Ξενοφώντος, 2023).1
Εδώ παρουσιάζονται κεφάλαια από εννέα βιβλία, κεφάλαια που αναφέρονται στον Πόντο τού 19ου αιώνα. Τα βιβλία αυτά, γραμμένα στα αγγλικά, είναι κατά χρονολογική σειρά τα εξής:
1. Ταξίδι μέσα από τη Μικρά Ασία, την Αρμενία και το Κουρδιστάν (Λονδίνο 1818) τού Τζον Μακντόναλντ Κίνεϊρ.2
2. Ταξίδια στη Γεωργία, την Περσία, την Αρμενία, την αρχαία Βαβυλωνία (Λονδίνο 1821-1822) τού Ρόμπερτ Κερ Πόρτερ.3
3. Ιεραποστολικές έρευνες στην Αρμενία (Λονδίνο 1834) των Ιλάι Σμιθ και Χ. Γκ. Ο. Ντουάιτ.4
4. Έρευνες στη Μικρά Ασία, τον Πόντο και την Αρμενία (Λονδίνο 1842) τού Ουίλιαμ Χάμιλτον.5
5. Αφήγηση μιας περιήγησης μέσω Αρμενίας, Κουρδιστάν, Περσίας και Μεσοποταμίας (Λονδίνο και Νέα Υόρκη 1850) τού Οράτιου Σάουθγκεϊτ.6
6. Ανακαλύψεις στα ερείπια τής Νινευή και τής Βαβυλώνας (Λονδίνο 1853) τού Όστιν Χένρι Λέιαρντ.7
7. Αρμενία: Ένα έτος στο Ερζερούμ και στα σύνορα Ρωσίας, Τουρκίας και Περσίας (Λονδίνο 1853) τού Ρόμπερτ Κέρζον.8
8. Τουρκική Αρμενία και Ανατολική Μικρά Ασία (Λονδίνο 1881) τού Χένρι Τόζερ.9
9. Αρμενία: ταξίδια και μελέτες (Λονδίνο, Νέα Υόρκη και Βομβάη 1901) τού Χένρι Λιντς.10
Παρέχονται επίσης τα παρακάτω δύο άρθρα, δημοσιευμένα στο Περιοδικό τής Βασιλικής Γεωγραφικής Εταιρείας τού Λονδίνου:
10. «Ταξίδι μέσω μέρους τής Αρμενίας και τής Μικράς Ασίας κατά το έτος 1835» τού Τζέιμς Μπραντ11 και
11. «Προσδιορισμός του όρους Θήχης τού Ξενοφώντος» (1870) τού Μ. Π. Μπριό.12
Τέλος παρέχονται σε πρωτότυπο και δική μας απόδοση στη νεοελληνική αποσπάσματα από έργα ιστορικών, τα οποία αναφέρονται στην άλωση της Τραπεζούντας από τούς Γότθους το 258 μ.Χ. (Ζώσιμος)13 και στην κατάκτηση τής Τραπεζούντας από τούς Οθωμανούς το 1461 κατά Σφραντζή,14 Κριτόβουλο,15 Χαλκοκονδύλη,16 Δούκα,17 Ψευδο-Σφραντζή,18 Αμιρούτζη19 και Έκθεσι Χρονική.20
Με εξαίρεση κάποιους που ασχολήθηκαν με την Κύρου Ανάβαση τού Ξενοφώντος και την Κάθοδο των Μυρίων, οι οποίοι μάλλον θα έχουν διαβάσει κάπου για τα παλαιά αυτά βιβλία τού Κίνεϊρ και τού Χάμιλτον, ενδεχομένως και για το παλαιό άρθρο τού Μπριό, δεν είναι καθόλου προφανές ότι ο αναγνώστης μπορεί να μαντέψει από τούς τίτλους ότι εκτεταμένα αποσπάσματα αυτών των βιβλίων και άρθρων αναφέρονται στον Πόντο, από την αρχαιότητα μέχρι την εποχή που έγραφε το βιβλίο του καθένας από τούς έντεκα περιηγητές. Άλλωστε αθροιστικά, στους έντεκα τίτλους (εννέα βιβλίων και δύο άρθρων), η Αρμενία εμφανίζεται εννέα φορές, η Μικρά Ασία πέντε, η Περσία τέσσερις, ενώ ο Πόντος μόνο μία, όπως και η Ρωσία, πίσω από την Τουρκία, τη Γεωργία το Κουρδιστάν, τη Μεσοποταμία και τη Βαβυλωνία, που εμφανίζονται σε δύο από τούς έντεκα τίτλους.
Πριν όμως δούμε τι είδαν και τι περιέγραψαν οι περιηγητές, ας προσδιορίσουμε τον Πόντο γεωγραφικά.
Χωρίς να επαναλαμβάνουμε εδώ τα όριά του στις διάφορες περιόδους τής ιστορίας του, μπορούμε γενικά να πούμε ότι Πόντος είναι η γεωγραφική περιοχή τής σημερινής Τουρκίας, με βόρειο όριο τον Εύξεινο Πόντο τής αρχαιότητας, από τον οποίο πήρε και το όνομά του, δηλαδή τη Μαύρη Θάλασσα.
Το δυτικό άκρο αυτού τού βορείου ορίου είναι απροσδιόριστο, αφού αλληλεπικαλύπτεται κατά περιόδους με την Παφλαγονία. Στη δυτικότερη εκδοχή του ταυτίζεται με την πορεία τού ποταμού Σαγγάριου προς τη θάλασσα, δυτικά τού Καραντενίζ Ερεγλί, δηλαδή τής Ηράκλειας Ποντικής τής αρχαιότητας [βλέπε Χάρτη 1]. Το ανατολικό άκρο τού βορείου ορίου τού Πόντου είναι μάλλον σαφές και ορίζεται από τις εκβολές τού ποταμού Τσορούχ (τού Άκαμψι τής αρχαιότητας) δυτικά τού Βατούμ τής Γεωργίας. Ο Πόντος λοιπόν παρεμβάλλεται μεταξύ Βιθυνίας και Κολχίδας, ενώ στις περισσότερες περιόδους περιλαμβάνει την Παφλαγονία, ολόκληρη ή τμήματά της.
Χάρτης 1: Η περιφέρεια Πόντου (Karadeniz, Μαύρης Θάλασσας) τής Τουρκικής Δημοκρατίας (2020). Με διακεκομμένη γραμμή η Αυτοκρατορία Τραπεζούντας των Μεγάλων Κομνηνών (1205)
Το ανατολικό όριο τού Πόντου είναι στενό. Ταυτίζεται με το τελευταίο τμήμα τής πορείας τού ποταμού Τσορούχ, εκεί όπου αυτός στρέφεται προς βορρά για να εκβάλει στη Μαύρη Θάλασσα. Στην υπόλοιπη διαδρομή του ο Τσορούχ διαμορφώνει το ανατολικό κομμάτι τού νοτίου ορίου τού Πόντου. Από τις πηγές του μέχρι τις εκβολές του, περνά διαδοχικά, από δυτικά προς ανατολικά, από τη Μπαϊμπούρτ, την Ισπίρ και το Αρτβίν. Το νότιο όριο τού Πόντου συνεχίζεται προς τα νοτιοδυτικά, στην περιοχή όπου πηγάζει ο Τσορούχ, κοντά στη Μπαϊμπούρτ. Μετακινείται νοτιότερα για να πιάσει τον ποταμό Καρασού (τον Δυτικό Ευφράτη) από τις πηγές του βόρεια τού Ερζερούμ και ακολουθεί το ποτάμι αυτό δυτικά τού Ερζιντζάν, πριν από την έντονη προς νότο στροφή του. Η περιοχή βόρεια και δυτικά τού Ευφράτη (Καρασού) ήταν ιστορικά η Μικρή Αρμενία, που αποτελούσε συνήθως τμήμα τής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Αντίθετα, η περιοχή νότια και ανατολικά τού Ευφράτη ήταν η Μεγάλη Αρμενία ή Περσαρμενία, ιστορικά διαμφισβητούμενη μεταξύ ανταγωνιζομένων αυτοκρατοριών, αλλά σε γενικές γραμμές έξω από τα όρια τού ιστορικού Πόντου.
Η συνέχεια τού νοτίου ορίου τού Πόντου προς τη δύση, από το σημείο δηλαδή όπου ο Ευφράτης στρέφει προς νότο, ορίζεται από τον ποταμό Λύκο (Κελκίτ). Πηγάζει λίγο πάνω από το Ερζιντζάν και κυλά προς δυσμάς περνώντας διαδοχικά από το Καράχισαρ (Γαράσαρη, Νικόπολη), το Κογιούλχισαρ (Κολώνεια) και τη Νικσάρ (Νεοκαισάρεια). Στο Κογιούλχισαρ το νότιο όριο τού Πόντου κατεβαίνει πιο νότια στις πηγές τού Ίρι (Γεσιλιρμάκ) και αγκαλιάζει ιστορικές περιοχές πάνω στο ποτάμι, όπως η Τοκάτ (Ευδοκιάς), το Τουρχάλ (Γαζίουρα-Ίβορα), τα Ζήλα (Ζίλε) και η Αμάσεια.
Ενώ στην Αμάσεια ο Ίρις στρέφεται προς βορρά, ενώνεται με τον Λύκο και χύνεται στη Μαύρη Θάλασσα βόρεια τού Τσαρσαμπά και ανατολικά τής Σαμσούν (Αμισού), το δυτικό άκρο τού νοτίου ορίου τού ιστορικού Πόντου συνεχίζει δυτικά τής Αμάσειας και στενεύει σιγά-σιγά προς βορρά. Περιλαμβάνει την Κασταμονή και τη Σαφράμπολη στην ενδοχώρα, τη Σινώπη, την Ινέπολη και την Άμαστρι (Άμασρα) στην ακτή και συναντά το βόρειο όριο στην περιοχή τής Ηράκλειας Ποντικής.
Χάρτης 2: Το Βασίλειο Πόντου του Μιθριδάτη ΣΤ΄ Ευπάτορος (βασ. 120-63 π.Χ.).
Πηγή: Javierfv1212 via Wikimedia Commons
Αυτός είναι πάνω-κάτω γεωγραφικά ο Πόντος, ο οποίος, στη γεωγραφική έκταση τού πιο πάνω χάρτη, απετέλεσε πολιτική ενότητα ίσως μόνο την εποχή τού βασιλέα τού Πόντου Μιθριδάτη ΣΤ’ Ευπάτορος [βλέπε Χάρτη 2], ο οποίος βασίλευσε εξήντα περίπου χρόνια (120-63 π.Χ.) και πολέμησε τούς Ρωμαίους τα τριάντα από αυτά (89-63 π.Χ.) μέχρι τον θάνατό του.
Χάρτης 3: Η Αυτοκρατορία Τραπεζούντας (1205-1461)
Ο αναγνώστης θα είναι ίσως εξοικειωμένος με μια δεύτερη πολιτική ενότητα τού Πόντου [βλέπε Χάρτη 3], η οποία διαμορφώθηκε 12-13 αιώνες αργότερα, ως αποτέλεσμα τής άλωσης τής Κωνσταντινούπολης το 1204 από τούς Λατίνους και Φράγκους τής 4ης Σταυροφορίας. Η λεγόμενη αυτοκρατορία τής Τραπεζούντας των Μεγάλων Κομνηνών κατόρθωσε να επιβιώσει 250 χρόνια (1204-1461) μέσα στη λαίλαπα τής τουρκομανικής κατάληψης τής Μικράς Ασίας, ενώ έπεσε οκτώ χρόνια μετά την άλωση τής Κωνσταντινούπολης.
Ο Πόντος και οι γειτονικές του περιοχές αποτελούσαν αναπόσπαστο τμήμα τής ελληνικής μυθολογίας και ιστορίας από τις απαρχές της. Στην ανατολική του άκρη, στα όρη τού Καυκάσου, αλυσόδεσε ο Δίας τον ημίθεο Προμηθέα, επειδή είχε δώσει στους ανθρώπους τη φωτιά. Στις απέναντι ακτές, στην Ταυρίδα, στη νότια άκρη τής Κριμαίας, έσωσαν και μετέφεραν οι θεοί την Ιφιγένεια, όταν ετοιμαζόταν να τη θυσιάσει ο πατέρας της Αγαμέμνονας, για να πλεύσουν, σύμφωνα με τον χρησμό, ούριοι άνεμοι για το ταξίδι των Ελλήνων απέναντι, στην Τροία. Στα ανατολικά του πάλι, στην Κολχίδα, ταξίδεψαν οι Αργοναύτες τού Ιάσωνα για να πάρουν και να μεταφέρουν στην πατρίδα το χρυσόμαλλο δέρας. Στη δυτική του άκρη, στον Ελλήσποντο, έπεσε από το πετούμενο κριάρι η Έλλη και σκοτώθηκε, ενώ ταξίδευε προς την ανατολή μαζί με τον αδελφό της Φρίξο.
Εκεί όπου τελειώνει η μυθολογία, αρχίζει η ιστορία. Στη διάρκεια τού Μεγάλου Ελληνικού Αποικισμού τού 8ου π. Χ. αιώνα, Έλληνες, κυρίως Μιλήσιοι, κέντησαν γύρω-γύρω τον Εύξεινο Πόντο με αποικίες. Από τα διασωζόμενα έργα, πρώτος μιλά για κάποιες περιοχές στα δυτικά των νοτίων ακτών τού Πόντου ο Όμηρος. Ακολουθεί η περιγραφή τού Ηρόδοτου για τις δυτικές και βόρειες ακτές τού Ευξείνου Πόντου, στη διάρκεια τής εκστρατείας τού Δαρείου εναντίον των Σκυθών. Ύστερα έρχεται ο Ξενοφών πενήντα περίπου χρόνια αργότερα, με την Κάθοδο των Μυρίων από την περιοχή τού Ερζερούμ στην Τραπεζούντα και με το ταξίδι από εκεί, άλλοτε στη στεριά, άλλοτε με πλοία, κατά μήκος τής βόρειας ακτής μέχρι το Βυζάντιο.
Η νικηφόρα εκστρατεία τού Αλέξανδρου, εβδομήντα χρόνια μετά την Κάθοδο των Μυρίων, ενοποίησε πολιτιστικά και γλωσσικά τούς απομονωμένους και αμοιβαία καχύποπτους πληθυσμούς. Οι Κόλχοι, οι Μάκρωνες, οι Μοσσύνοικοι, οι Τιβαρηνοί και οι άλλες φυλές τής Κύρου Ανάβασης αναμίχθηκαν και ενώθηκαν σε ενιαία επικράτεια με τούς εντός των τειχών Σινωπείς, Ηρακλειώτες, Τραπεζούντιους και άλλους Έλληνες εποίκους. Η διάσπαση αυτής τής αυτοκρατορίας μέσα από τούς ανταγωνισμούς των επιγόνων τού Αλέξανδρου οδήγησε και εδώ στη δημιουργία μικρότερων εξελληνισμένων κρατών, σε ένα από τα οποία, στο βασίλειο τού Πόντου μέχρι τον Μιθριδάτη, αναφερθήκαμε ήδη. Ακολούθησαν οι Ρωμαίοι, που επέβαλαν την πολιτική ενοποίηση στην ήδη ενοποιημένη πολιτιστικά και γλωσσικά μεταλεξανδρινή περιοχή.
Έτσι, μετά τον Όμηρο, τον Ηρόδοτο και τον Ξενοφώντα, υπάρχει πλήθος ιστορικών καταγραφών. Προηγήθηκε ο Ψευδοσκύλαξ (4ος π.Χ. αιώνας) με τον Περίπλου του, που μάς έχει δώσει πλήρη γεωγραφία τής περιμέτρου τού Ευξείνου, ενώ πιο αναλυτικό για την περιοχή που εξετάζουμε εδώ είναι το εκτεταμένο ποίημα τού Απολλώνιου Ρόδιου (3ος π.Χ. αιώνας), ο οποίος, διηγούμενος την Αργοναυτική εκστρατεία, περιγράφει τα διάφορα τμήματα και λαούς τής ακτής τού Πόντου. Η ιστορία τής ελληνιστικής και τής πρώιμης ρωμαϊκής εποχής τού Πόντου παρέχεται κυρίως στο έργο Ελλήνων τής περιοχής, όπως στα Γεωγραφικά τού Στράβωνος από την Αμάσεια (1ος π.Χ.- 1ος μ.Χ. αιώνας), στον Περίπλου Ευξείνου Πόντου τού Αρριανού τής Αλεξάνδρου Ανάβασης, επίσης από τη Νικομήδεια (2ος μ.Χ. αιώνας), και στην Ιστορία Ηρακλείας τού Μέμνονος από την πόλη αυτή (1ος μ.Χ. αιώνας). Ο Βοιωτός Πλούταρχος (1ος- 2ος μ.Χ. αιώνας), σκιαγραφώντας στους Βίους Παράλληλους διάσημους Ρωμαίους στρατιωτικούς όπως ο Σύλλας, ο Πομπήιος, ο Λούκουλλος, ο Ιούλιος Καίσαρ και ο Μάρκος Αντώνιος, μάς έχει δώσει πολλές πληροφορίες για τον Πόντο. Επίσης ο Αππιανός από την Αλεξάνδρεια (2ος μ.Χ. αιώνας), στο βιβλίο Μιθριδάτεια τἠς Ρωμαϊκής Ιστορίας του, περιγράφει τούς μακροχρόνιους πολέμους τού βασιλιά τού Πόντου Μιθριδάτη ΣΤ’ Ευπάτορος με τούς Ρωμαίους.
Στοιχεία για τον Πόντο βρίσκουμε επίσης στα λατινικά στο έργο Ρωμαίων γεωγράφων και ιστορικών, όπως ο Πλίνιος, ο Πλίνιος ο Νεότερος και ο Αμμιανός Μαρκελλίνος.
Πληροφορίες για την ιστορία τού Πόντου ως τμήματος τής Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μέχρι την άλωση τής Κωνσταντινούπολης από τούς Λατίνους και Φράγκους τής 4ης Σταυροφορίας (1204) υπάρχουν κυρίως σε πηγές δύο ειδών: Πρώτον, στους ιστορικούς τού Βυζαντίου που αφηγούνται τις εκστρατείες και τα έργα των αυτοκρατόρων στις ανατολικές επαρχίες, όπως τού Ιουστινιανού (6ος αιώνας) στον Προκόπιο,21 τού Ηράκλειου (7ος αιώνας) στον πατριάρχη Νικηφόρο22 και τού Βασίλειου Β’ (10ος-11ος αιώνας) στον Λέοντα Διάκονο, τον Μιχαήλ Ψελλό και τον Ιωάννη Σκυλίτζη.23 Δεύτερον στην εκκλησιαστική ιστορία τής παλαιοχριστιανικής περιόδου (Σωζομενός, Σωκράτης Σχολαστικός, Θεοδώρητος Κύρρου).24 Στην Καππαδοκία, η οποία εφάπτεται και πολλές φορές αλληλεπικαλύπτεται ιστορικά με τις κοιλάδες τού Ίρι, τού Λύκου και τού Άλυ στον μεσογειακό Πόντο, έζησαν περιόδους τής ζωής τους και πέθαναν διακεκριμένοι δάσκαλοι τής εκκλησίας, όπως ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος ο Θαυματουργός και ο Ιωάννης Χρυσόστομος.
Για την ύστερη και προ-οθωμανική ιστορία τού Πόντου και τής αυτοκρατορίας τής Τραπεζούντας κύρια άμεση πηγή είναι το Τραπεζουντιακόν Χρονικόν τού Μιχαήλ Πανάρετου. Επιμέρους στοιχεία προβολής τής ελληνικότητας των πόλεών τους ήδη από την εποχή τού ύστερου Βυζαντίου βρίσκουμε σε επιστολή τού Νικηφόρου Γρηγορά για την Ηράκλεια Ποντική και στο Ἐγκώμιον Τραπεζοῦντος τού Βησσαρίωνος. Υπήρξαν και οι δύο πολυσχιδείς προσωπικότητες τής Παλαιολόγειας περιόδου, σπρωγμένες στη νεοελληνική λήθη, όπως ολόκληρη σχεδόν η διανόηση αυτής τής περιόδου, ύστερα από την αποτυχία των δύο προσπαθειών για την ένωση των εκκλησιών, την οθωμανική κατάκτηση που επακολούθησε και το γράψιμο τής ιστορίας υπό το πρίσμα τής αναχωρητικής τάσης που επικράτησε στην Ορθοδοξία.
Στην ύστατη περίοδο, λίγο πριν την ολοκληρωτική κατάκτηση από τον Μωάμεθ Β’ Πορθητή, βρίσκουμε αρκετούς Τραπεζούντιους να συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα στη Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας, με πρώτο τον Γεώργιο Τραπεζούντιο, οι διασωζόμενες επιστολές τού οποίου προς τον αυτοκράτορα Ιωάννη Η’ Παλαιολόγο και τον πάπα Ευγένιο Δ’ ίσως έγειραν οριστικά την πλάστιγγα υπέρ τής συμμετοχής των Ελλήνων στη σύνοδο που οργάνωνε ο πάπας στη Φερράρα και όχι σε εκείνη των ανταγωνιστών του στη Βασιλεία, όπως φαινόταν μέχρι τότε πιο πιθανό.
Στην ίδια τη Σύνοδο, από τούς επικεφαλής των ενωτικών, εκείνων δηλαδή που προωθούσαν την αυτοκρατορική γραμμή μιας θρησκευτικής ένωσης με κύριο στόχο την πολιτική διάσωση τής αυτοκρατορίας, ήταν ο Τραπεζούντιος Βησσαρίων, που ακόμη και όταν μετά τη Σύνοδο μεταπήδησε στην Καθολική εκκλησία και εγκαταστάθηκε στην Ιταλία, αφιέρωσε τη ζωή του σε προσπάθειες οργάνωσης πανευρωπαϊκής σταυροφορίας εναντίον των Οθωμανών.
Ο νομοφύλαξ Ιωάννης Ευγενικός, αδελφός τού Μάρκου Ευγενικού, τού επικεφαλής των ανθενωτικών στην ίδια Σύνοδο, άγιου τώρα τής Ορθόδοξης εκκλησίας, τού μόνου που δεν υπέγραψε το διάταγμα τής Ένωσης, ήταν επίσης παρών στη Σύνοδο. Έγραψε αργότερα εγκώμιο τής Τραπεζούντας, την Ἔκφρασι τῆς Τραπεζοῦντος, το οποίο διασώζεται.
Στη Σύνοδο βρίσκονταν επίσης, προσκεκλημένοι από τον αυτοκράτορα, για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στις κατ’ ιδίαν συνάξεις των Ορθοδόξων, εξωεκκλησιαστικοί διανοούμενοι όπως ο Γεώργιος Πλήθων-Γεμιστός, ο Γεώργιος Σχολάριος (ο μετέπειτα πρώτος πατριάρχης μετά την άλωση ως Γεννάδιος Σχολάριος) και ο Τραπεζούντιος Γεώργιος Αμηρούτζης, η οικογενειακή τραγωδία τού οποίου, μετά την παράδοση τής Τραπεζούντας από τον Δαβίδ Κομνηνό στον Πορθητή το 1461, περιγράφεται από τον ίδιο σε διασωζόμενη επιστολή του προς τον Βησσαρίωνα, που περιλαμβάνεται στο εδώ βιβλίο.
Υπήρχαν κι άλλοι Τραπεζούντιοι στη Φερράρα-Φλωρεντία, όπως ο επίσκοπος Τραπεζούντας Δωρόθεος, ο οποίος, μέσα από τα απομνημονεύματα τού Σιλβέστρου Συρόπουλου, προβάλλει ως ένας από τούς λίγους εκκλησιαστικούς που είχαν τη δυνατότητα να αρθρώνουν άποψη. Επίσης ο πολιτικός εκπρόσωπος τού αυτοκράτορα Τραπεζούντος Ιωάννη Δ΄ Μεγάλου Κομνηνού (βασ. 1429-1460), ο Καλοδούκας, ο οποίος δηλώνει κατά Συρόπουλο: «Εμείς έχουμε πάντοτε τον μητροπολίτη που μάς στέλνει η Κωνσταντινούπολη και η Εκκλησία μας ακολουθεί την αγιότατη μεγάλη εκκλησία. Εκείνο που αυτή δοξάζει και σέβεται, το ίδιο δοξάζει και η δική μας εκκλησία». Τέλος η Μαρία Τραπεζούντος, κόρη τού αυτοκράτορα Τραπεζούντος Αλέξιου Δ΄ Μεγάλου Κομνηνού (βασ. 1416-1429) ήταν η σύζυγος τού αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγου. Περιμένοντας δυόμιση χρόνια τον άντρα της να επιστρέψει από τη Σύνοδο, πέθανε από πανούκλα λίγες ημέρες πριν φτάσουν στην Πόλη οι γαλέρες που έφερναν πίσω τούς συνοδικούς.
Τις τελευταίες ημέρες τού Βυζαντίου, οι προσπάθειες να βρεθεί νύφη (και διάδοχος) για τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΙΑ’ Παλαιολόγο έφεραν στην Τραπεζούντα τον υπασπιστή του, τον ιστορικό Γεώργιο Σφραντζή, που γράφει: «Στις 14 Οκτωβρίου του ίδιου έτους [1449], στάλθηκα στον μέπες —δηλαδή τον βασιλιά— της Γεωργίας, τον βασιλιά Γεώργιο, καθώς και στον αυτοκράτορα της Τραπεζούντας, τον κυρ Ιωάννη Κομνηνό, με αξιοσημείωτα δώρα και πολλή και καλή προπαρασκευή, με αρχοντόπουλα, στρατιώτες, ιερομόναχους, ψάλτες, γιατρούς και μουσικούς που είχαν και όργανο. Οι Γεωργιανοί είχαν ακούσει γι’ αυτό, αλλά δεν το είχαν ξαναδεί και ήθελαν να το δουν και να το ακούσουν. Για αυτόν τον λόγο έρχονταν πολλοί από τα πιο απομακρυσμένα μέρη της Γεωργίας, για να το ακούσουν. Η αποστολή μου σε εκείνα τα μέρη ήταν να κανονίσω γάμο [για τον αυτοκράτορά μου], με όποιον από τους δύο οίκους μου φαινόταν κατάλληλο. Μου ζήτησε λοιπόν ο αφέντης μου ο αυτοκράτορας να υποβάλω την αμερόληπτη έκθεσή μου για τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα κάθε πλευράς, για να πάρει την τελική του απόφαση. Έστειλα επιστολές με αγγελιοφόρους και ο αφέντης μου απάντησε πάλι με άλλους αγγελιοφόρους. Όμως εκείνοι ερχόμενοι ναυάγησαν κοντά στην Αμισό. Μέχρι να το μάθει αυτό ο αφέντης μου ο αυτοκράτορας και να στείλει άλλους, πέρασα δύο χρόνια παρά τριάντα μέρες σε εκείνα τα μέρη.»
Η κατάκτηση τής πόλης και τού κράτους τής Τραπεζούντας από τον Πορθητή το 1461, οκτώ χρόνια μετά την άλωση τής Κωνσταντινούπολης, έχει επίσης περιγραφεί από τούς τελευταίους ιστορικούς τού Βυζαντίου και τα σχετικά τους κείμενα περιλαμβάνονται στο παρόν βιβλίο. Η Τραπεζούς ήταν η τελευταία ελληνική πόλη τής Ασίας που υπέκυψε. Η αμέσως προηγούμενη, εβδομήντα χρόνια νωρίτερα (1390), ήταν η Φιλαδέλφεια (σήμερα Αλάσεχιρ) στην ενδοχώρα τής Σμύρνης, που άντεχε για χρόνια μόνη μέσα στην τουρκομανική θάλασσα και παραδόθηκε τελικά στα συνδυασμένα στρατεύματα τού Βαγιαζήτ Α’ Κεραυνού (Γιλντιρίμ) και τού υποτελούς του αυτοκράτορα Μανουήλ Β’ Παλαιολόγου, στον οποίο τυπικά υπαγόταν η αντιστεκόμενη αυτή πόλη.
Η ολοκλήρωση τής οθωμανικής κατάκτησης με την κατάληψη των ευρωπαϊκών προγεφυρωμάτων στις βόρειες ακτές του (Καφφάς, Τάνα) μετέτρεψε τον Εύξεινο Πόντο σε κλειστή οθωμανική λίμνη. Οι πόλεις τής νότιας ακτής — Σινώπη, Ηράκλεια, Αμισός, Τραπεζούς— περνούν στο ημίφως τής ιστορίας. Ένα συνοπτικό χρονολόγιο των κυρίων γεγονότων στην ιστορία των ανθρώπων και των πόλεων τού Πόντου, από την ίδρυσή τους τον 8ο—7ο π.Χ. αιώνα μέχρι τη σύγχρονη εποχή, παρέχεται στις σελίδες που ακολουθούν.
8ος-7ος αιώνας π.Χ.
Περ. 800 π.Χ.: Ίωνες από την πόλη τής Μιλήτου ιδρύουν την ελληνική αποικία τής Σινώπης.
756 π.Χ.: Ιδρύεται η Τραπεζούς από Μιλήσιους εμπόρους από τη Σινώπη.
6ος αιώνας π.Χ.
Περ. 530 π.Χ.: Η Ανατολία (συμπεριλαμβανομένου τού Πόντου) καταλαμβάνεται από τούς Πέρσες τής Αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών (Κύρος Β’ ο Μέγας, βασ. 550–530 π.Χ., Δαρείος Α’ ο Μέγας, βασ. 522-486 π.Χ.). Όμως ο Ξενοφών, στην αφήγησή του για τα γεγονότα τής Κύρου Ανάβασης (401-399 π.Χ.) δεν αναφέρει καμία παρουσία Περσών στις παραθαλάσσιες πόλεις τού Πόντου.
5ος αιώνας π.Χ.
Περ. 490-479 π.Χ.: Περσικοί πόλεμοι. Μετά την Ιωνική επανάσταση (499 π.Χ.) οι Πέρσες εκστρατεύουν στην Ελλάδα. Ήττες στον Μαραθώνα (490 π.Χ.), τη Σαλαμίνα (480 π.Χ.), τις Πλαταιές (479 π.Χ.) και τη Μυκάλη (479 π.Χ.)
479-431 π.Χ.: «Χρυσός Αιώνας» τής Αθήνας. Ανάπτυξη τής φιλοσοφίας, των πολιτικών θεσμών, τής τέχνης, τής αρχιτεκτονικής και τής λογοτεχνίας.
Περ. 440-430 π.Χ.: Ο Ηρόδοτος (περ. 484 – περ. 425 π.Χ.), Έλληνας ιστορικός και γεωγράφος από την Αλικαρνασσό (τώρα Μποντρούμ, Τουρκία), γράφει τις Ιστορίες.
431-404 π.Χ.: Πελοποννησιακός πόλεμος. Η Σπάρτη και οι σύμμαχοί της νικούν την Αθήνα και τούς συμμάχους της.
4ος αιώνας π.Χ.
400 π.Χ.: Οι Μύριοι τού Ξενοφώντος φτάνουν στην Τραπεζούντα και συνεχίζουν την πορεία τους προς τα δυτικά μέσω Κερασούντας, Κοτυώρων, Σινώπης, Ηράκλειας Ποντικής και Βυζαντίου.
Περ. 375 π.Χ.: Ο Ξενοφών γράφει την Κύρου Ανάβαση, δηλαδή: (α) Την Ανάβαση τού πρίγκιπα Κύρου τού Νεότερου, σατράπη τής Λυδίας, από τις Σάρδεις στη Βαβυλωνία (401-400 π.Χ.), προκειμένου να συγκρουστεί με τον αδελφό του Αρταξέρξη Β’, βασιλιά τής Αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών (βασ. 405–358 π.Χ.). (β) Την Κάθοδο των Μυρίων από τη Βαβυλωνία στην Τραπεζούντα, τη Μαύρη Θάλασσα, το Βυζάντιο και την Πέργαμο (400-399 π.Χ.), ύστερα από τον θάνατο τού πρίγκιπα Κύρου στη μάχη στα Κούναξα.
Περ. 350 π.Χ.: Ο Ψευδο-Σκύλαξ, ανώνυμος αρχαίος Έλληνας, γράφει τον Περίπλου γύρω από τη Μεσόγειο Θάλασσα και τον Εύξεινο Πόντο.
338-336 π.Χ.: Ο Φίλιππος Β’ (βασ. 359-336 π.Χ.), μετά τη νίκη του στη Μάχη τής Χαιρώνειας (338 π.Χ.), αρχίζει να καθιερώνεται ως ηγέτης μιας ένωσης που θα εκστράτευε εναντίον των Περσών. Δολοφονήθηκε στις Αιγές (336 π.Χ.), την αρχαία πρωτεύουσα τού βασιλείου τής Μακεδονίας.
336-323 π.Χ.: Ο Μέγας Αλέξανδρος κατακτά την Περσική Αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών μετά τις μάχες τού Γρανικού (334 π.Χ.), τής Ισσού (333 π.Χ.) και των Γαυγαμήλων (331 π.Χ.). Πεθαίνει στη Βαβυλώνα (323 π.Χ.).
319-275 π.Χ.: Πόλεμοι μεταξύ των διαδόχων τού Αλεξάνδρου. Διαμελισμός τής αυτοκρατορίας του. Βασίλειο των Πτολεμαίων στην Αίγυπτο. Αυτοκρατορία των Σελευκιδών στην Ανατολή. Μικρότερα βασίλεια στη Μικρά Ασία.
3ος αιώνας π.Χ.
281 π.Χ.: Ο Μιθριδάτης Α’ Κτίστης (Ιδρυτής) αυτοανακηρύσσεται βασιλιάς τού βασιλείου τού Πόντου στην Ανατολία (βασ. 281-266 π.Χ.).
Περ. 250 π.Χ.: Ο Απολλώνιος Ρόδιος γράφει τα Αργοναυτικά, επικό ποίημα για τον Ιάσονα και τούς Αργοναύτες και την αναζήτηση τού Χρυσόμαλλου Δέρατος. Στο ποίημά του περιγράφει τον Πόντο, τη νότια ακτή τής Μαύρης Θάλασσας.
2ος αιώνας π.Χ.
120 π.Χ.: Πεθαίνει ο Μιθριδάτης Ε’ Ευεργέτης (βασ. 150-120 π.Χ.). Βασιλιάς τού Πόντου γίνεται ο γιος του, ο Μιθριδάτης ΣΤ’ Ευπάτωρ (βασ. 120-63 π.Χ.).
1ος αιώνας π.Χ.
89-85 π.Χ.: Πρώτος Μιθριδατικός Πόλεμος. Το βασίλειο τού Πόντου υπό τον Μιθριδάτη ΣΤ’, έχοντας με το μέρος του πολλές ελληνικές πόλεις, επαναστατεί εναντίον τής ρωμαϊκής κυριαρχίας. Ρωμαίοι σφαγιάζονται στη Μικρά Ασία (88 π.Χ.). Πολιορκείται και καταστρέφεται η Αθήνα και ο Πειραιάς από τον Ρωμαίο στρατηγό Σύλλα (87–86 π.Χ.).
83-81 π.Χ.: Δεύτερος Μιθριδατικός Πόλεμος, που διεξάγεται στη Μικρά Ασία μεταξύ τού Μιθριδάτη ΣΤ’ τού Πόντου και τού Ρωμαίου στρατηγού Λούκιου Λικίνιου Μουρένα. Ποντιακή νίκη. Ο Μιθριδάτης εξακολουθεί να κατέχει τον Πόντο.
75-63 π.Χ.: Τρίτος Μιθριδατικός Πόλεμος, που διεξάγεται στη Μικρά Ασία μεταξύ Μιθριδάτη ΣΤ’ τού Πόντου και Τιγράνη Β’ τής Αρμενίας από τη μία πλευρά, και των Ρωμαίων στρατηγών Κόττα (73-71 π.Χ.), Λούκουλλου (71-69 π.Χ.) και Πομπήιου (66-63 π.Χ.) από την άλλη. Ρωμαϊκή νίκη. Ο Πόντος γίνεται ρωμαϊκή επαρχία και η Αρμενία γίνεται σύμμαχος τής Ρώμης. Ο Μιθριδάτης ΣΤ’ διαφεύγει από την Κολχίδα στην Κριμαία και επιχειρεί να αυτοκτονήσει με δηλητήριο. Η προσπάθεια αποτυγχάνει. Τότε διατάζει τον σωματοφύλακά του να τον σκοτώσει με το σπαθί.
63 π.Χ.: Με την καθυπόταξη τού βασιλείου τού Πόντου από τον Πομπήιο, το παραθαλάσσιο τμήμα αυτού τού βασιλείου μεταξύ Ηράκλειας (τώρα Ερεγλί) και Αμισού (Σαμσούν), συμπεριλαμβανομένης τής Σινώπης, προσαρτάται στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και ενώνεται με τη Βιθυνία σε διπλή επαρχία που ονομάζεται Πόντος και Βιθυνία. Το μεγαλύτερο τμήμα τού Πόντου δυτικά τού ποταμού Ίρι περιλαμβάνεται στην επαρχία τής Γαλατίας (Pontus Galaticus).
60-30 π.Χ.: Ο Διόδωρος Σικελιώτης, αρχαίος Έλληνας ιστορικός, γράφει τη μνημειώδη παγκόσμια ιστορία Βιβλιοθήκη Ἱστορική, σε σαράντα βιβλία. Το έργο του περιέχει συνοπτική αναφορά τής Κύρου Ανάβασης και τής Καθόδου των Μυρίων, αλλού παρόμοια και αλλού διαφορετική από εκείνη τού Ξενοφώντος.
36 π.Χ.: Ο Μάρκος Αντώνιος παραχωρεί τον ανατολικό Πόντο στον Πολέμωνα Α’, εγγονό τού Μιθριδάτη ΣΤ’ Ευπάτορος, που βασιλεύει (36-8 π.Χ.) ως βασιλιάς τού Πόντου.
Τέλη 1ου αιώνα π.Χ. ή αρχές 1ου αιώνα μ.Χ.: Ο Στράβων (64 ή 63 π.Χ. – περ. 24 μ.Χ.), Έλληνας γεωγράφος, φιλόσοφος και ιστορικός που έζησε στον Πόντο κατά τη μεταβατική περίοδο από τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία προς τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, γράφει στα ελληνικά τα Γεωγραφικά σε 17 βιβλία.
8 π.Χ.: Η Πυθοδωρίς, χήρα τού Πολέμωνος Α’, βασιλεύει ως βασίλισσα τού Πόντου (8 π.Χ. – 38 μ.Χ.). Παντρεύεται τον βασιλιά τής Καππαδοκίας Αρχέλαο και μετακομίζει στην Καππαδοκία.
1ος αιώνας μ.Χ.
17 μ.Χ.: Θάνατος τού Αρχέλαου. Η Καππαδοκία γίνεται ρωμαϊκή επαρχία και η Πυθοδωρίς επιστρέφει στον Πόντο με την οικογένειά της, όπου παραμένει μέχρι τον θάνατό της (38 μ.Χ.).
38 μ.Χ.: Ο Πολέμων Β’, γιος τής Πυθοδωρίδος, γίνεται βασιλιάς Πόντου, Κολχίδας και Κιλικίας (βασ. 38-62 μ.Χ.).
Περ. 43 μ.Χ.: Ο Ρωμαίος γεωγράφος Pomponius Mela αναφέρει την Τραπεζούντα και την Κερασούντα ως «ιδιαίτερα φημισμένες» (Chorographia 1.107).
62 μ.Χ.: Ο Νέρων (βασ. 37-68 μ.Χ.) παρακινεί τον Πολέμωνα Β’ να παραιτηθεί. Ο Πόντος, συμπεριλαμβανομένης τής Κολχίδας, γίνεται ρωμαϊκή επαρχία. Μέχρι τον θάνατό του (64 μ.Χ.) ο Πολέμων Β’ κυβερνά μόνο την Κιλικία.
Τέλη 1ου – αρχές 2ου αιώνα μ.Χ.: Ο Πλούταρχος (περ. 46 – μετά το 119 μ.Χ.), Έλληνας φιλόσοφος, ιστορικός, βιογράφος και δοκιμιογράφος, γράφει τούς Βίους Παράλληλους, σειρά από βιογραφίες επιφανών Ελλήνων και Ρωμαίων. Στους Βίους Ρωμαίων στρατηγών όπως οι Λούκουλλος, Πομπήιος, Ιούλιος Καίσαρας και Μάρκος Αντώνιος, ο Πλούταρχος αφηγείται τούς ρωμαϊκούς πολέμους εναντίον των βασιλείων τού Πόντου και τής Αρμενίας.
2ος αιώνας μ.Χ.
Αρχές 2ου αιώνα μ.Χ.: Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Τραϊανός (βασ. 98-117 μ.Χ.) μεταφέρει τον Πόντο στην επαρχία τής ίδιας τής Καππαδοκίας.
129 μ.Χ.: Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αδριανός (βασ. 117-138 μ.Χ.) επισκέπτεται την Τραπεζούντα. Ανακαινίζονται τα ιερά, τα δημόσια κτίρια και οι λιμενικές εγκαταστάσεις τής πόλης.
Πρώτο μισό 2ου αιώνα μ.Χ.: Ο Διονύσιος Περιηγητής, που έζησε την εποχή τού Αδριανού (βασ. 117–138 μ.Χ.), γράφει σε ελληνικό εξάμετρο στίχο περιγραφή τού τότε γνωστού κόσμου (συμπεριλαμβανομένου τού Πόντου).
130-131 μ.Χ.: Ο Αρριανός από τη Νικομήδεια (περ. 86/89 – περ. μετά το 146/160 μ.Χ.), Έλληνας ιστορικός, κρατικός αξιωματούχος, στρατιωτικός διοικητής και φιλόσοφος τής ρωμαϊκής περιόδου, φίλος τού αυτοκράτορα Αδριανού, γράφει τον Περίπλου τού Ευξείνου Πόντου.
Περ. 130-150 μ.Χ.: Ο Αππιανός από την Αλεξάνδρεια (περ. 95 – περ. 165 μ.Χ.), Έλληνας ιστορικός, Ρωμαίος πολίτης, γράφει τη Ρωμαϊκή Ιστορία του στα ελληνικά, σε 24 βιβλία. Το βιβλίο 12 καλύπτει τούς Μιθριδατικούς Πολέμους.
Περ. 134 μ.Χ.: Η ρωμαϊκή σύγκλητος παραχωρεί τον έλεγχο τής Βιθυνίας και τού Πόντου στον αυτοκράτορα.
Περ. 150 μ.Χ.: Ο Κλαύδιος Πτολεμαίος (περ. 100 – περ. 170 μ.Χ.), Αλεξανδρινός μαθηματικός, αστρονόμος, αστρολόγος και γεωγράφος, γράφει στα ελληνικά τη Γεωγραφική Ὑφήγησι.
3ος αιώνας μ.Χ.
256 μ.Χ.: Οι Πέρσες εισβάλλουν στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και καταλαμβάνουν τα Σάταλα (τώρα Σαντάκ) στην ενδοχώρα τού Πόντου, τον σταθμό τής ρωμαϊκής 15ης Λεγεώνας Απολλινάρις (Legio XV Apollinaris).
257 μ.Χ.: Άλωση τής Τραπεζούντας από τούς Γότθους τής Κριμαίας.
258 μ.Χ.: Οι Πέρσες λεηλατούν την Τραπεζούντα.
260 μ.Χ.: Οι Ρωμαίοι προσπαθούν να αντεπιτεθούν. Ο αυτοκράτοράς τους Βαλεριανός αιχμαλωτίζεται.
270 μ.Χ.: Ίδρυση τής Μονής Βαζελώνος στην περιοχή Ματζούκα (Μάτσκα), νότια τής Τραπεζούντας.
Περ. 295 μ.Χ.: Αναδιοργάνωση τού επαρχιακού συστήματος επί Ρωμαίου αυτοκράτορα Διοκλητιανού (βασ. 284-305 μ.Χ.). Η Ποντιακή Διοίκηση (Dioecesis Pontica) χωρίζεται σε τρεις μικρότερες, ανεξάρτητες επαρχίες: (1) Τον Γαλατικό Πόντο (Pontus Galaticus), που ονομαζόταν επίσης Διόσποντος και αργότερα μετονομάστηκε σε Ελένοποντο από τον Μέγα Κωνσταντίνο προς τιμήν τής μητέρας του. Είχε πρωτεύουσα την Αμισό και περιλάμβανε τις πόλεις Σινώπη, Αμάσεια, Ίβορα και Ζήλα. (2) Τον Πολεμωνιακό Πόντο (Pontus Polemoniacus) με πρωτεύουσα το Πολεμώνιον (Σίδη), που περιλάμβανε τις πόλεις τής Νεοκαισάρειας και τής Κερασούντας. (3) Τον Καππαδοκικό Πόντο (Pontus Cappadocicus) με πρωτεύουσα την Τραπεζούντα, που περιλάμβανε στα ανατολικά τα μικρά λιμάνια Αθήναι και Ρίζαιον και εκτεινόταν μέχρι την Κολχίδα.
Περ. 295-305 μ.Χ.: Η Τραπεζούς γίνεται σταθμός τής Α’ Ποντιακής Λεγεώνας (Legio I Pontica) των Ρωμαίων, η οποία υπήρχε ακόμη στις αρχές του 5ου αιώνα.
4ος αιώνας μ.Χ.
386 μ.Χ.: Ίδρυση τής Μονής Παναγίας Σουμελά (αρχικά Αθηνιώτισσας) από τούς Αθηναίους μοναχούς Βαρνάβα και Σωφρόνιο. Άλλες αναφορές τοποθετούν αυτή την ίδρυση στον 10ο αιώνα.
5ος αιώνας μ.Χ.
490-510 μ.Χ.: Ο Ζώσιμος, Έλληνας ιστορικός που ζούσε στην Κωνσταντινούπολη κατά τη διάρκεια τής βασιλείας τού αυτοκράτορα Αναστάσιου Α’ (βασ. 491–518), γράφει την Ἱστορία Νέα στα ελληνικά, σε έξι βιβλία, που καλύπτει την περίοδο από το 238 έως το 410 μ.Χ. και περιλαμβάνει την κατάληψη τής Τραπεζούντας από τούς Γότθους το 258 μ.Χ.
6ος αιώνας μ.Χ.
Περ. 500-520 μ.Χ.: Ο Στέφανος Βυζάντιος γράφει τα Ἐθνικά, σημαντικό γεωγραφικό λεξικό τεράστιας αξίας για γεωγραφικές, μυθολογικές και θρησκευτικές πληροφορίες για την αρχαία Ελλάδα.
536 μ.Χ.: Ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός (βασ. 527–565) αναδιοργανώνει την περιοχή. Ο Πολεμωνιακός Πόντος διαλύεται. Το δυτικό τμήμα του (Πολεμώνιον και Νεοκαισάρεια) πηγαίνει στον Ελενόποντο. Τα Κόμανα πηγαίνουν στη νέα επαρχία τής Αρμενίας Β’. Η Τραπεζούς και η Κερασούς ενώνονται με τη νέα επαρχία τής Αρμενίας Α’ Μεγάλης με πρωτεύουσα την Ιουστινιανούπολη (τώρα Ερζιντζάν). Επί Ιουστινιανού η Τραπεζούς γίνεται η βάση τού πολέμου (526-532 μ.Χ.) εναντίον τής αυτοκρατορίας των Σασσανιδών (Δεύτερης Περσικής Αυτοκρατορίας).
Δεκαετία 530 μ.Χ.: Ο στρατηγός Βελισάριος αναστηλώνει και μεγεθύνει τη Μονή Βαζελώνος κατόπιν εντολής τού αυτοκράτορα Ιουστινιανού.
542 μ.Χ.: Επέκταση των τειχών τής Τραπεζούντας. Κατασκευάζεται υδραγωγείο και ανακαινίζονται δημόσια κτίρια.
545-565 μ.Χ.: Ο Προκόπιος Καισαρείας (περίπου 500–565 μ.Χ.), λόγιος και ιστορικός που συνοδεύει τον Ρωμαίο στρατηγό Βελισάριο στους πολέμους τού αυτοκράτορα Ιουστινιανού, γίνεται ο κύριος Ρωμαίος ιστορικός τού 6ου αιώνα, γράφοντας την Ιστορία των Πολέμων και το Περί κτισμάτων.
8ος αιώνας
752 μ.Χ.: Ίδρυση τής Μονής Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα νοτιοανατολικά τής Τραπεζούντας.
9ος αιώνας
824 μ.Χ.: Η Τραπεζούς γίνεται πρωτεύουσα τού «βυζαντινού» Θέματος Χαλδίας.
863 μ.Χ.: Οι Άραβες, με επικεφαλής τον εμίρη τής Μελιτηνής (Μαλάτειας), Ουμάρ αλ-Ακτά, ξεπερνούν την αρχική βυζαντινή αντίσταση, φτάνουν στη Μαύρη Θάλασσα και καταλαμβάνουν το λιμάνι τής Αμισού (τώρα Σαμσούν). Στρέφοντας προς νότο για να κατευθυνθούν πίσω στη Μελιτηνή μέσα από το υψίπεδο, παγιδεύονται από ρωμαϊκό («βυζαντινό») στρατό κοντά στον ποταμό Άλυ βορειοανατολικά τής Άγκυρας. Ο εμίρης Ουμάρ σκοτώνεται και ο στρατός του εξολοθρεύεται.
10ος αιώνας
930 μ.Χ.: Γεννιέται στην Τραπεζούντα ο Αθανάσιος Αθωνίτης (930-1004), Βυζαντινός μοναχός και χριστιανός ορθόδοξος άγιος.
Περ. 930 μ.Χ.: Γεννιέται στον Πόντο ο Νίκων ο «Μετανοείτε», Βυζαντινός μοναχός, περιοδεύων ιεροκήρυκας και χριστιανός ορθόδοξος άγιος.
963 μ.Χ.: Ο Αθανάσιος Αθωνίτης, με την οικονομική βοήθεια τού «Βυζαντινού» αυτοκράτορα Νικηφόρου Β΄ Φωκά (βασ. 963-969), κτίζει τη Μονή τής Μεγάλης Λαύρας. Θεωρείται ο ιδρυτής τής μοναστικής κοινότητας στη χερσόνησο τού Αγίου Όρους.
998 μ.Χ.: Ο Νίκων ο «Μετανοείτε», πολιούχος τής Σπάρτης σήμερα, πεθαίνει σε μοναστήρι τής Πελοποννήσου, έχοντας κηρύξει στη Νότια Ελλάδα για τριάντα χρόνια.
11ος αιώνας
1022-1023: Με έδρα τον Πόντο, ο Βασίλειος Β’ «Βουλγαροκτόνος», αυτοκράτορας των Ρωμαίων (βασ. 976-1025), εξαπολύει τελική επίθεση κερδίζοντας συντριπτική νίκη επί τού βασιλιά Γεωργίου Α’ τής Γεωργίας (βασ. 1014–1027), ο οποίος παραδίδει τις περιοχές Tαό, Φασιανή, Γκιόλε, Αρνταχάν και Τζαβαχέι, και αφήνει τον μικρό του γιο Μπαγκράτ όμηρο στα χέρια τού Βασίλειου.
1064: Ο Τραπεζούντιος Ιωάννης Ξιφιλίνος (περ. 1005-1075), λόγιος και μοναχός, γίνεται πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ως Ιωάννης Η’ (1064-1075).
1071: Ο αυτοκράτορας Ρωμανός Δ’ Διογένης (βασ. 1068–1071) ηττάται στη μάχη τού Μαντζικέρτ από τον Αλπ Αρσλάν, σουλτάνο τής αυτοκρατορίας των Σελτζούκων (1063–1072).
1074: Η Τραπεζούς περνά στην κυριαρχία των Σελτζούκων.
1075: Ο Θεόδωρος Γαβράς ελευθερώνει την Τραπεζούντα και κυβερνά τον Πόντο αυτόνομα.
1081: Η Σινώπη καταλαμβάνεται από τούς Σελτζούκους Τούρκους, αλλά σύντομα ανακτάται από τον αυτοκράτορα τού Βυζαντίου Αλέξιο Α΄ Κομνηνό.
1098: Στην εκστρατεία του εναντίον των Σελτζούκων τής Θεοδοσιούπολης (Ερζερούμ), ο Θεόδωρος Γαβράς συλλαμβάνεται και φονεύεται. Ο Πόντος επανέρχεται στη Ρωμαϊκή («Βυζαντινή») Αυτοκρατορία.
12ος αιώνας
1103: Ο Γρηγόριος Γαβράς-Ταρωνίτης επαναστατεί εναντίον τού αυτοκράτορα Αλέξιου Α’ Κομνηνού (βασ. 1081–1118) και ανακηρύσσει την ανεξαρτησία τής Τραπεζούντας.
1105/1106 (ή 1106/1107) : Ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α΄ Κομνηνός επαναφέρει την περιοχή στη Ρωμαϊκή («Βυζαντινή») Αυτοκρατορία μετά τη Μάχη τής Κολώνειας (τώρα Σέμπιν Καράχισαρ).
1107/1108: Ο Αλέξιος Α’ Κομνηνός διορίζει δούκα Χαλδίας τον Γρηγόριο Γαβρά-Ταρωνίτη.
1126-1140: Ο Κωνσταντίνος Γαβράς, ο κυβερνήτης (δούκας) τού Θέματος Χαλδίας, κυβερνά ως ημιανεξάρτητος ηγεμόνας.
1140: Ο αυτοκράτορας Ιωάννης Β΄ Κομνηνός (βασ. 1118-1143) επαναφέρει την Τραπεζούντα και τη Χαλδία στη Ρωμαϊκή («Βυζαντινή») Αυτοκρατορία.
13ος αιώνας
1204: Άλωση τής Κωνσταντινούπολης από τούς «σταυροφόρους» τής Δ’ Σταυροφορίας. Ίδρυση τής Λατινικής Αυτοκρατορίας Κωνσταντινούπολης. Ίδρυση τής «Βυζαντινής» Αυτοκρατορίας τής Νίκαιας. Ίδρυση τής Αυτοκρατορίας τής Τραπεζούντας από τον Αλέξιο Α’ Μέγα Κομνηνό (βασ. 1204-1222).
1214: Κατάληψη τής Σινώπης από τούς Σελτζούκους Τούρκους.
1214-1223: Η αυτοκρατορία των Μεγάλων Κομνηνών περιορίζεται πλέον στην περιοχή ανατολικά τής Σινώπης και δυτικά τής Αθήνας (Παζάρ). Γίνεται υποτελής τού Σουλτανάτου Ρουμ των Σελτζούκων στο Ικόνιο.
1223: Πολιορκία τής Τραπεζούντας από τούς Σελτζούκους τού σουλτάνου τού Ικονίου Αλαντίν Καϊκουμπάντ Α΄ (βασ. 1220-1237) και νίκη τού Ανδρόνικου Α’ Γίδωνος (βασ. 1222-1235).
1230: Συμμαχία τού Ανδρόνικου Α’ Γίδωνος με τον Τζαλάλ-αντ-ντίν (βασ. 1220-1231), τον σουλτάνο τής Χωρασμίας, εναντίον των Σελτζούκων. Ήττα στη μάχη τού Γιασιτσεμέν, μεταξύ Σίβας και Ερζιντζάν. Η Τραπεζούς γίνεται και πάλι υποτελής τού σουλτάνου τού Ικονίου.
1254-1265: Ο Μανουήλ Α΄ Μέγας Κομνηνός (βασ. 1238–1263) επαναφέρει για λίγο τη Σινώπη υπό την κυριαρχία των Τραπεζουντίων.
1261: Η Αυτοκρατορία τής Νίκαιας απελευθερώνει την Κωνσταντινούπολη, η οποία γίνεται και πάλι πρωτεύουσα τής Ρωμαϊκής («Βυζαντινής») Αυτοκρατορίας. Οι Κομνηνοί τής Αυτοκρατορίας τής Τραπεζούντας παίρνουν τον τίτλο «εν Χριστώ πιστοί βασιλείς και αυτοκράτορες όλης τής Ανατολής, τής Ιβηρίας [Γεωργίας] και τής Περατείας [‘πέρα από τη θάλασσα’, τής Κριμαίας]».
1265: Η Σινώπη επιστρέφει σε τουρκικό έλεγχο, όπου παραμένει έκτοτε.
1280: Αποτυχημένη εκστρατεία τού Γεωργίου Μεγάλου Κομνηνού (βασ. 1266-1280) εναντίον τού Αμπάκα Χαν (βασ. 1265-1282), τού Μογγόλου ηγεμόνα τού Ιλχανάτου. Ο Γεώργιος συλλαμβάνεται. Τον διαδέχεται ο ετεροθαλής αδελφός του, ο Ιωάννης Β’ τής Τραπεζούντας (βασ. 1280-1297).
1281-1284: Εξέγερση κατά τού Ιωάννη Β’, με επικεφαλής τον άρχοντα Παπαδόπουλο (1281). Ο Ιωάννης Β΄ παντρεύεται την Ευδοκία Παλαιολογίνα, κόρη τού «Βυζαντινού» Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου (βασ. 1261–1282) και αποκηρύσσει τον τίτλο τού Ρωμαίου αυτοκράτορα (1282). Αποτυχημένη πολιορκία τής Τραπεζούντας από τον Δαβίδ ΣΤ’ Νάριν (βασ. 1258–1293), τον Γεωργιανό βασιλιά τής Ιμερετίας (1282). Ανεπιτυχής πολιορκία τής Τραπεζούντας από τον Γεώργιο Μέγα Κομνηνό που επανεμφανίζεται (1284). Οι Τουρκομάνοι καταλαμβάνουν τη Χαλυβία (1284).
Δεκαετία 1290: Ο Ιωάννης Β’ Μέγας Κομνηνός χτίζει το φρούριο τού Οιναίου (τώρα Ούνιε) στα δυτικά σύνορα τής χώρας.
1297: Θάνατος τού Ιωάννη Β’. Ο Αλέξιος Β’, ο γιος του, γίνεται αυτοκράτορας Τραπεζούντας (βασ. 1297-1330).
14ος αιώνας
1302: Ο Αλέξιος Β’ Μέγας Κομνηνός ανακαταλαμβάνει την Κερασούντα και τη Χαλυβία.
1306-1316: Ο Αλέξιος Β’ απορρίπτει τα γενουάτικα αιτήματα για περαιτέρω παραχωρήσεις. Οι Γενουάτες πυρπολούν τα προάστια τής Τραπεζούντας και καταστρέφουν μεγάλο μέρος τής δικής τους περιουσίας και εκείνης των πολιτών (1306). Τελικά τα δύο μέρη συνάπτουν ειρήνη, που επιβεβαιώνεται σε διασωζόμενη συνθήκη τού 1314 και σε άλλη τού 1316. Αυτές οι συνθήκες παραχωρούσαν προνόμια στους Γενουάτες.
1319: Ο Αλέξιος Β’ Μέγας Κομνηνός συνάπτει συνθήκη με τούς Ενετούς, παραχωρώντας τους τα ίδια προνόμια με τούς Γενουάτες και τη δημιουργία ναυτικής βάσης στην Τραπεζούντα.
1319: Πειρατές από το εμιράτο τής Σινώπης πυρπολούν την Τραπεζούντα (1319). Για να προστατεύσει τον λαό του από αυτές τις επιδρομές, ο Αλέξιος Β’ χτίζει θαλάσσια τείχη για το λιμάνι τής πόλης (1324).
1330-1332: Ο Αλέξιος Β’ πεθαίνει από βουβωνική πανούκλα ύστερα από βασιλεία 33 ετών. Ο Ανδρόνικος Γ’, ο γιος του, γίνεται αυτοκράτορας και πεθαίνει επίσης από βουβωνική πανούκλα (βασ. 1330–1332). Τον διαδέχεται ο γιος του, Μανουήλ Β’ (βασ. 1332).
1332: Ο Μπαϊράμ Μπεγκ, εμίρης τής Χαλυβίας, εισβάλλει στην επικράτεια τής Τραπεζούντας με τούς Τουρκομάνους του, αλλά ηττάται από τον στρατό των Τραπεζούντιων με μεγάλες απώλειες. Η βυζαντινή παράταξη τής Τραπεζούντας καλεί τον Βασίλειο, θείο τού Μανουήλ Β΄ Μεγάλου Κομνηνού, να επιστρέψει από την Κωνσταντινούπολη και να αναλάβει. Ο Βασίλειος γίνεται αυτοκράτορας Τραπεζούντας (βασ. 1332-1340). Ο Μανουήλ Β’ καθαιρείται ύστερα από βασιλεία οκτώ μηνών, φυλακίζεται (1332) και εκτελείται (1333).
1334: Ο Βασίλειος Α΄ Μέγας Κομνηνός συνάπτει γαμήλια συμμαχία με τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα Ανδρόνικο Γ΄ Παλαιολόγο, νυμφευόμενος την Ειρήνη (1334), κόρη εκτός γάμου τού αυτοκράτορα.
1334-1339: Από ερωμένη που ονομάζεται επίσης Ειρήνη, ο Βασίλειος αποκτά τέσσερα εκτός γάμου παιδιά.
1339: Ο Βασίλειος Α’ χωρίζει την Ειρήνη Παλαιολογίνα, σε συνεννόηση με τον τοπικό κλήρο.
1340: Ο Τουραλή Μπεγκ, πρόγονος των Ακ Κογιουνλού (Τουρκομάνων Ασπροπροβατάδων), κάνει επιδρομές στην Τραπεζούντα.
1340-1344: Ο Βασίλειος Α΄ Μέγας Κομνηνός πεθαίνει, πιθανότατα δηλητηριασμένος από την Ειρήνη Παλαιολογίνα, που αρπάζει τον θρόνο για τον εαυτό της (1340). Ξεσπά εμφύλιος πόλεμος. Οι «Αμιτιώτες» Τουρκομάνοι (Ασπροπροβατάδες) πυρπολούν μεγάλο μέρος τής Τραπεζούντας χωρίς να μπορέσουν να την καταλάβουν (Ιούλιος 1341). Η Άννα Αναχούτλου, μεγαλύτερη κόρη τού Αλεξίου Β΄ Μεγάλου Κομνηνού και αδελφή τού Βασιλείου, φτάνει στην Τραπεζούντα και κυβερνά (βασ. 1341-1342). Η Άννα ανατρέπεται από τον Ιωάννη Γ’ Μέγα Κομνηνό (βασ. 1342-1344) και φονεύεται με στραγγαλισμό (1342). Ο Ιωάννης Γ’, αδύναμος και άσωτος ηγεμόνας, εξορίζεται σε μοναστήρι φυλασσόμενος από βυζαντινή φρουρά (1344). Ο πατέρας τού Ιωάννη Μιχαήλ (βασ. 1344-1349), μικρότερος γιος τού αυτοκράτορα Ιωάννη Β’ τής Τραπεζούντας, αποκαθίσταται στον θρόνο (1344).
1347: Ο «Μαύρος Θάνατος» που εξαπλώνεται από τον Καφφά (Θεοδοσία Κριμαίας) χτυπά την Τραπεζούντα και άλλες πόλεις τού Πόντου. Μαίνεται για επτά μήνες.
1347-1348: Ο Τουραλή Μπεγκ, πρόγονος των Ακ Κογιουνλού (Τουρκομάνων Ασπροπροβατάδων), εκμεταλλεύεται την αδυναμία τής αυτοκρατορίας, κατακτώντας το Οίναιον (τώρα Ούνιε) και πολιορκώντας την Τραπεζούντα.
1348-1349: Οι Γενουάτες καταλαμβάνουν την Κερασούντα και καταστρέφουν τον στόλο των Τραπεζουντίων.
1349: Ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Μέγας Κομνηνός (βασ. 1344–1349) παραιτείται υπέρ τού ανιψιού του, Αλέξιου Γ’ (βασ. 1349–1390), γιου τού Βασιλείου Τραπεζούντας (βασ. 1332–1340), ο οποίος σταδιακά θέτει υπό έλεγχο τούς οπαδούς και των δύο παρατάξεων.
1349–1390: Βασιλεία Αλεξίου Γ’ Μεγάλου Κομνηνού. Άνθηση των τεχνών και των επιστημών κατά τη διάρκεια τής βασιλείας του.
1352: Ο Αλέξιος Γ’ Μέγας Κομνηνός δίνει την αδελφή του Μαρία Κομνηνή (Δέσποινα Χατούν) σε γάμο με τον Κουτλού Μπεγκ, γιο τού Τουραλή Μπεγκ, και δημιουργεί συγγένεια μαζί τους.
Δεκαετία 1350: Στάσεις ευγενών εναντίον τού Αλεξίου Γ’ Μεγάλου Κομνηνού.
Μετά το 1355: Ο Ανδρέας Λιβαδηνός (1308/1316–μετά το 1361), Βυζαντινός εκκλησιαστικός και αυτοκρατορικός αξιωματούχος και συγγραφέας, γράφει την Περιήγησι, η οποία περιλαμβάνει ιστορικές πληροφορίες για την εποχή του και για το κράτος των Μεγάλων Κομνηνών τής Τραπεζούντας.
1363: Χρυσόβουλλο τού Αλεξίου Γ’ παραχωρεί στους Ενετούς νέα προνόμια και τούς επιτρέπει να χτίσουν οχυρό.
1364: Eξέγερση των Καβαζιτών αρχόντων εναντίον τού αυτοκράτορα Αλεξίου Γ’.
1373: Αποτυχημένη προσπάθεια των Ενετών να επιβάλουν στον θρόνο τής Τραπεζούντας τον Μιχαήλ Παλαιολόγο, μικρότερο γιο τού Βυζαντινού αυτοκράτορα Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγου (βασ. 1341–1376).
1390: Ο Μιχαήλ Πανάρετος (περ. 1320 – περ. 1390), αξιωματούχος τής αυτοκρατορίας τής Τραπεζούντας και Έλληνας ιστορικός, γράφει Χρονικό τής αυτοκρατορίας τού Αλέξιου Α΄ Κομνηνού και των διαδόχων του, καλύπτοντας την περίοδο από το 1204 έως το 1426. Τα μετά το 1390 λήμματα είναι γραμμένα από ανώνυμο συνεργάτη.
1390-1398: Πεθαίνει ο Αλέξιος Γ’ Μέγας Κομνηνός (1390) και τον διαδέχεται ο γιος του, Μανουήλ Γ’ Μέγας Κομνηνός (βασ. 1390-1417). Η Αμισός (Σαμσούν) καταλαμβάνεται από τον Οθωμανό σουλτάνο Βαγιαζήτ Α’ (1393).
1398: Ίδρυση τής Ρουμ εγιαλέτ (επαρχίας) τού Οθωμανικού Σουλτανάτου με πρωτεύουσα την Αμάσεια, στη συνέχεια την Τοκάτ και από το 1526 τη Σίβας (Σεβάστεια).
1400: Η Τραπεζούς γίνεται υποτελής στον Ταμερλάνο (Τιμούρ).
1400: Γεννιέται στην Τραπεζούντα ο Γεώργιος Αμιρούτζης (1400–1470), Έλληνας Πόντιος λόγιος, φιλόσοφος και κρατικός αξιωματούχος τής ύστερης βυζαντινής εποχής.
15ος αιώνας
1403-1405: Ο Ρούι Γκονζάλες ντε Κλαβίχο (πέθανε στις 2 Απριλίου 1412), Καστιλιάνος περιηγητής και συγγραφέας, πρεσβευτής τού Ερρίκου Γ’ τής Καστίλης στην αυλή τού Τιμούρ (Ταμερλάνου), γράφει ημερολόγιο για το ταξίδι του από την Ισπανία στη Σαμαρκάνδη μέσω Κωνσταντινούπολης και Τραπεζούντας και την επιστροφή του στην Ισπανία. Αυτό το ημερολόγιο δημοσιεύτηκε αργότερα στα ισπανικά το 1582 (Embajada a Tamorlán) και στα αγγλικά το 1859 (Narrative of the Embassy of Ruy Gonzalez de Clavijo to the Court of Timour at Samarcand AD 1403–6).
2 Ιανουαρίου 1403: Γεννιέται στην Τραπεζούντα ο Βησσαρίων (1403-1472), ένας από τούς επιφανείς Έλληνες λόγιους που συνέβαλαν στην Αναγέννηση στη Δυτική Ευρώπη τον 15ο αιώνα.
1417: Πεθαίνει ο Μανουήλ Γ’ Μέγας Κομνηνός. Τον διαδέχεται ο γιος του Αλέξιος Δ’ Μέγας Κομνηνός (βασ. 1417–1429). Ο Αλέξιος Δ’ προωθεί γαμήλιες συμμαχίες. Μια από τις κόρες του παντρεύτηκε (1420) τον Τζιχάν Σαχ, τον ηγεμόνα των Καρά Κογιουνλού (Τουρκομάνων Μαυροπροβατάδων). Μια άλλη κόρη, η Θεοδώρα, ήταν πιθανώς παντρεμένη με τον Αλή, γιο τού Καρά Γιουλούκ Οσμάν, ηγεμόνα των Ακ Κογιουνλού (Τουρκομάνων Ασπροπροβατάδων). Η μεγαλύτερη κόρη του παντρεύτηκε τον Σέρβο ευγενή, μετέπειτα δεσπότη, Τζούρατζ Μπράνκοβιτς (βασ. 1427–1456). Η μικρότερη κόρη του Μαρία Τραπεζούντος παντρεύτηκε (1427) τον Βυζαντινό αυτοκράτορα Ιωάννη Η’ Παλαιολόγο (βασ. 1425–1448).
1429: Ο Αλέξιος Δ’ δολοφονείται από ευγενείς που έχουν πάρει το μέρος τού γιου του, τού Ιωάννη Δ’. Ο Ιωάννης Δ’ Μέγας Κομνηνός (βασ. 1429–1460) γίνεται αυτοκράτορας.
1430: Λίγο μετά την άνοδό του στον θρόνο, ο Ιωάννης Δ’ αντιμετωπίζει τον σεΐχη Ερτεμπίλ, που έχει συγκεντρώσει πλήθος απείθαρχων Τουρκομάνων για να καταλάβει την Τραπεζούντα. Ο στρατός τού Ιωάννη, συγκεντρωμένος στο λιμάνι τής Κορδύλης, σχεδιάζει διπλή επίθεση από στεριά και θάλασσα, αλλά η φουρτουνιασμένη θάλασσα ανατρέπει τα σχέδια. Ο στρατός ηττάται και οι Τουρκομάνοι φτάνουν στην Τραπεζούντα, όπου έχει ξεσπάσει φωτιά. Αν και οι κάτοικοι τής πόλης την εγκαταλείπουν πανικόβλητοι, ο ίδιος ο Ιωάννης Δ’ και η φρουρά του την υπερασπίζονται με κόπο και καταφέρνουν να απωθήσουν τούς πολιορκητές.
1436: Ο Βησσαρίων γράφει το Ἐγκώμιον εἰς Τραπεζοῦντα.
1438-39: Σύνοδος Φερράρας-Φλωρεντίας για την Ένωση των Εκκλησιών Ανατολής και Δύσης. Μέλη τής αντιπροσωπείας τής Ανατολικής Εκκλησίας, με επικεφαλής τον αυτοκράτορα Ιωάννη Η’ Παλαιολόγο και τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως (1416-1439) Ιωσήφ Β’, ήσαν οι Τραπεζούντιοι Βησσαρίων ως επίσκοπος Νίκαιας, Αμιρούτζης ως κοσμικός συμμετέχων, Μακροδούκας ως εκπρόσωπος τού Ιωάννη Δ’ Μεγάλου Κομνηνού (βασ. 1429-1459) και ο μητροπολίτης Τραπεζούντος Δωρόθεος Α’ (1434-1446).
1442: Ο Οθωμανός σουλτάνος Μουράτ Β’ (βασ. 1421–1444 και 1446–1451) στέλνει στόλο για να λεηλατήσει τις ακτές και να προσπαθήσει να καταλάβει την Τραπεζούντα. Η αποστολή δεν επηρέασε σοβαρά την ίδια την πόλη, αλλά ο στόλος επιτέθηκε στις εξαρτήσεις τής Τραπεζούντας στην Κριμαία και καταστράφηκε εν μέρει από καταιγίδα στο ταξίδι τής επιστροφής.
Μεταξύ 1444 και 1450: Ο Ιωάννης Ευγενικός, μικρότερος αδελφός τού Μάρκου Ευγενικού, γράφει την Ἔκφρασι Τραπεζοῦντος.
1451: Ο Βυζαντινός διπλωμάτης Γεώργιος Σφραντζής φτάνει στην Τραπεζούντα αναζητώντας νύφη για τον αυτοκράτορά του, τον Κωνσταντίνο ΙΑ’ Παλαιολόγο (βασ. 1449–1453).
1456: Οθωμανικά στρατεύματα υπό τον Χιζίρ πασά, κυβερνήτη τής Αμάσειας, επιτίθενται στην Τραπεζούντα, κάνουν επιδρομές στην ύπαιθρο και διεισδύουν στην αγορά, αιχμαλωτίζοντας συνολικά δύο περίπου χιλιάδες άτομα. Η πόλη έχει ερημωθεί λόγω πανούκλας και κινδυνεύει να πέσει. Ο Ιωάννης Δ’ δηλώνει υποταγή και συμφωνεί να πληρώνει ετήσιο φόρο υποτέλειας 2.000 χρυσά νομίσματα, με αντάλλαγμα να ελευθερώσει ο Χιζίρ τούς αιχμαλώτους που είχε πιάσει. Ο Ιωάννης Δ’ στέλνει τον αδελφό του Δαβίδ, για να επικυρώσει τη συνθήκη ο ίδιος ο σουλτάνος Μεχμέτ Β’. Ο σουλτάνος Μεχμέτ Β’ επικυρώνει τη συνθήκη (1458), αλλά αυξάνει τον φόρο σε 3.000 χρυσά νομίσματα.
1458: Ο Ουζούν Χασάν, ηγέτης των Ακ Κογιουνλού (Τουρκομάνων Ασπροπροβατάδων), παντρεύεται τη Θεοδώρα Μεγάλη Κομνηνή, πιο γνωστή ως Δέσποινα Χατούν, μοναχοκόρη τού αυτοκράτορα Ιωάννη Δ’ τής Τραπεζούντας (βασ. 1429-1460).
1460: Πεθαίνει ο Ιωάννης Δ’ Μέγας Κομνηνός. Ο Δαβίδ Κομνηνός, αδελφός τού Ιωάννη Δ’, γίνεται αυτοκράτορας (βασ. 1460–1461), παίρνοντας τον θρόνο από τον ανήλικο ανιψιό του Αλέξιο Ε’, διάδοχο τού Ιωάννη Δ’.
1461: Πολιορκία τής Τραπεζούντας από τούς Οθωμανούς. Παράδοση τού αυτοκράτορα Δαβίδ Μεγάλου Κομνηνού. Ο αυτοκράτορας, η οικογένειά του, η αυλή του και πολλοί κάτοικοι μεταφέρονται στην Κωνσταντινούπολη. Η Τραπεζούς γίνεται οθωμανική πόλη. Το σαντζάκι Τραπεζούντας συνδέεται με τη Ρουμ εγιαλέτ (επαρχία) τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ακολούθησε το Καράχισαρ-ι Σαρκί (Σέμπιν Καράχισαρ), παρμένο από τούς Ακ Κογιουνλού στο 2ο μισό τού 15ου αιώνα, το Κεμάχ και η Μπαϊμπούρτ, που πάρθηκαν από τούς Σαφαβίδες τής Περσίας το 1515, και η Μαλάτεια, που πάρθηκε από το μπεηλίκι Ντουλκαντίρογλου των Μαμελούκων το 1516.
1463: Εκτέλεση τού Δαβίδ Κομνηνού και των επτά γιων του με την κατηγορία τής συνωμοσίας εναντίον τού σουλτάνου Μεχμέτ Β’.
1467: Ο Ουζούν Χασάν, ηγέτης των Ακ Κογιουνλού (Τουρκομάνων Ασπροπροβατάδων), νικά τον Τζιχάν Σαχ, ηγέτη των Καρά Κογιουνλού (Τουρκομάνων Μαυροπροβατάδων) στη μάχη τού Τσαπακτσούρ, τώρα στην επαρχία Μπινγκιόλ, στην ανατολική Τουρκία.
1467/1468: Ο Ουζούν Χασάν, ηγέτης των Ακ Κογιουνλού (Τουρκομάνων Ασπροπροβατάδων) και γαμπρός των Κομνηνών, πολιορκεί ανεπιτυχώς την ελεγχόμενη από τούς Οθωμανούς Τραπεζούντα.
1469: Στη Ρώμη εμφανίζεται λατινική μετάφραση των Γεωγραφικών τού Στράβωνος από βυζαντινό χειρόγραφο στα ελληνικά.
1472: Οι Ακ Κογιουνλού (Τουρκομάνοι Ασπροπροβατάδες) με επικεφαλής τον Αλέξιο Κομνηνό, ανιψιό τού βασιλιά τής Τραπεζούντας Δαβίδ Κομνηνού, με την υποστήριξη τής Θεοδώρας Κομνηνής (Δέσποινας Χατούν), συζύγου τού Ουζούν Χασάν, κάνουν ανεπιτυχή επίθεση στα εδάφη τής κατεχόμενης από τούς Οθωμανούς Τραπεζούντας.
1473: Ο Ουζούν Χασάν ηττάται από τούς Οθωμανούς τού σουλτάνου Μεχμέτ Β’ στη μάχη τού Οτλουκμπέλι, κοντά στο Ερζιντζάν τής Τουρκίας.
1478: Πεθαίνει ο Ουζούν Χασάν.
1487-1510: Κυβερνήτης τού σαντζακιού τής Τραπεζούντας είναι ο πρίγκιπας Σελίμ, ο μελλοντικός σουλτάνος Σελίμ Α’ (βασ. 1512-1520), γιος τού σουλτάνου Βαγιαζήτ Β’ (βασ. 1481-1512) και τής Πόντιας Ελληνίδας συζύγου του, τής Γκιουλμπαχάρ Χατούν τής Τραπεζούντας, εγγονός τού σουλτάνου Μεχμέτ Β’ Πορθητή (βασ. 1444-1446 και 1451-1461).
1494: Γεννιέται στην Τραπεζούντα ο πρίγκιπας Σουλεϊμάν, γιος τού μελλοντικού σουλτάνου Σελίμ Α’ (βασ. 1512-1520) και αργότερα Οθωμανός σουλτάνος ο ίδιος ως Σουλεϊμάν Α’ Μεγαλοπρεπής (βασ. 1520-1566).
1459-1484: Οι Οθωμανοί αποκτούν τον έλεγχο τής Μαύρης Θάλασσας κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά τη βασιλεία τού Μεχμέτ Β’ (βασ. 1451–1481), κατακτώντας την Άμασρα (1459), τη Σινώπη και την Τραπεζούντα (1461), τον Καφφά (τώρα Φεοντοσίγια), το Αζάκ (Τάνα, τώρα Αζόφ) και άλλα σημεία στη νότια ακτή τής Κριμαίας και στην ακτή τής Αζοφικής Θάλασσας (1475), και την Κίλια (Κελλία) στον Δούναβη και το Ακ-Κερμάν (Ασπρόκαστρο, τώρα Μπιλχορόντ-Ντνιστρόφσκι) στον ποταμό Δνείστερο (1484). Με την τελευταία κατάκτηση επιτεύχθηκε οικονομικός έλεγχος τής Μαύρης Θάλασσας.
16ος αιώνας
1516: Ο Άλδος Μανούτιος παράγει την πρώτη έντυπη ελληνική έκδοση των Γεωγραφικών τού Στράβωνος στη Βενετία.
1529: Εκδίδεται στα γαλλικά η Κύρου Ανάβασις του Ξενοφώντος από τον Claude de Seyssel (Histoire du voyage que fist Cyrus, Παρίσι 1529), με βάση τη μετάφραση του Ιανού Λάσκαρι στα λατινικά.
1533: Οι Johann Froben και Nicolaus Episcopius τυπώνουν στη Βασιλεία το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο τού Περίπλου Ευξείνου Πόντου τού Αρριανού.
1538: Με την κατάληψη τού Μπέντερ επί τού ποταμού Δνείστερου, ανάντη τού Ακ-Κερμάν (Ασπρόκαστρου, τώρα Μπιλχορόντ-Ντνιστρόφσκι) και τού Όζι (τώρα Ότσακιβ) στις εκβολές τού ποταμού Δνείπερου, οι Οθωμανοί υπό τον σουλτάνο Σουλεϊμάν Α’ (βασ. 1520-1566) αποκτούν πλήρη πολιτικό έλεγχο όλων των ακτών τής Μαύρης Θάλασσας.
1568-1570: Πρώτος Ρωσο-Τουρκικός Πόλεμος. Μετά την κατάκτηση από τον Ρώσο τσάρο Ιβάν τον Τρομερό (βασ. 1547-1584) των Καζάν και Αστραχάν επί τού Βόλγα, ο Οθωμανός σουλτάνος Σελίμ Β’ (βασ. 1566-1574) προσπαθεί να εκδιώξει τούς Ρώσους από τον κάτω Βόλγα, στέλνοντας στρατιωτική αποστολή στο Αστραχάν το 1569. Η τουρκική εκστρατεία καταλήγει σε καταστροφή.
Ύστερος 16ος αιώνας: Ο σουλτάνος Μουράτ Γ’ (βασ. 1574–1595) παραχωρεί επιπλέον προνόμια στους Έλληνες μεταλλωρύχους τής Γκουμούσχανε (Αργυρούπολης). Η πόλη ευημερεί. Τότε είχε 60.000 κατοίκους.
1587: Ο Isaac Casaubon τυπώνει στη Γενεύη το πρώτο κείμενο των Γεωγραφικών τού Στράβωνος με σχολιασμό.
1598: Ιδρύεται η εγιαλέτ (επαρχία) Τραπεζούντας (Trabzon Beylerbeyliği) τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Παρέμεινε κυρίως χριστιανική περιοχή μέχρι τον 17ο αιώνα, πολύ μετά τον εξισλαμισμό τής υπόλοιπης Ανατολίας.
1600: Ο David Hoeschel εκδίδει στο Άουγκσμπουργκ για πρώτη φορά τον Περίπλου τού Ψευδο-Σκύλακος, μαζί με άλλους δευτερεύοντες αρχαίους Έλληνες γεωγράφους.
17ος αιώνας
1639: Ο Περίπλους τού Ψευδο-Σκύλακος εκδίδεται από τον Gerardus Vossius στο Άμστερνταμ και στη συνέχεια από τον John Hudson στο δικό του Geographi Graeci Minores.
1648-1687: Κατά τη διάρκεια τής βασιλείας τού σουλτάνου Μεχμέτ Δ’ (βασ. 1648–1687) λαμβάνουν χώρα εκτεταμένοι προσηλυτισμοί στο Ισλάμ.
1675: Ίδρυση ελληνικού σχολείου στη Σινώπη.
1679–80: Οι Ρώσοι αποκρούουν τις επιθέσεις των Τατάρων τής Κριμαίας και υπογράφουν τη Συνθήκη τού Μπαχτσεσαράι (1681), με την οποία ορίζεται ο ποταμός Δνείπερος ως ρωσο-τουρκική μεθόριος.
1682: Ιδρύεται το Φροντιστήριον Τραπεζούντος.
18ος αιώνας
1700-1821: Από τις αρχές τού 18ου αιώνα μέχρι την Ελληνική Επανάσταση τού 1821 η οθωμανική διοίκηση διορίζει Φαναριώτες ως επικεφαλής των ηγεμονιών τής Βλαχίας και τής Μολδαβίας, δηλαδή Έλληνες προύχοντες τής συνοικίας Φανάρι τής πρωτεύουσας. Έχοντας σπουδάσει σε ευρωπαϊκά πανεπιστήμια και όντας εξοικειωμένοι με ευρωπαϊκές γλώσσες, οι Φαναριώτες είχαν ήδη υπηρετήσει την αυτοκρατορία ως αυτοκρατορικοί δραγουμάνοι. Ενεργούσαν επίσης ως έμποροι. Από τις αρχές τού 17ου αιώνα και μετά, πολυάριθμοι Φαναριώτες επιχειρηματίες αρχίζουν να εγκαθίστανται στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες. Γίνονται αποδεκτοί από τούς ντόπιους ευγενείς μέσω επιγαμιών.
1717: Πρώτη δημοσιευμένη άποψη τής πόλης τής Τραπεζούντας από σχέδιο τού Joseph Pitton de Tournefort, κατά τη διάρκεια επίσκεψης το 1701.
1723: Το Φροντιστήριον Αργυρουπόλεως (Γκουμούσχανε) βρίσκεται σε πλήρη λειτουργία.
1748: Γεννιέται στη Σμύρνη ο Αδαμάντιος Κοραής (1748–1833), ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του νεοελληνικού διαφωτισμού
1757: Γεννιέται στο Βελεστίνο ο Ρήγας Φεραίος (1757–1798), Έλληνας συγγραφέας, πολιτικός, στοχαστής και επαναστάτης, πρόδρομος της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.
1768-1774: Στην Πελοπόννησο (Φεβρουάριος 1770) και αργότερα και στην Κρήτη ξεσπά η εξέγερση των Ορλόφ, ελληνική εξέγερση. Ακολούθησε την άφιξη στη χερσόνησο τής Μάνης τού Ρώσου ναυάρχου Αλεξέι Ορλόφ, διοικητή τού αυτοκρατορικού ρωσικού ναυτικού κατά τη διάρκεια τού Ρωσο-Τουρκικού πολέμου (1768–1774). Η εξέγερση, σημαντικός προάγγελος τής Ελληνικής Επανάστασης τού 1821, ήταν μέρος τού λεγόμενου «Ελληνικού Σχεδίου» τής τσαρίνας Μεγάλης Αικατερίνης. Τελικά κατεστάλη από τούς Οθωμανούς.
1774: Η Οθωμανική Αυτοκρατορία υπογράφει τη Συνθήκη τού Κιουτσούκ Καϊναρτζή, με την οποία τερματίζεται ο Ρωσο-Τουρκικός πόλεμος τού 1768–1774. Η συνθήκη επίσημα παραχωρεί ανεξαρτησία στο Χανάτο τής Κριμαίας, αλλά στην πραγματικότητα αυτό γίνεται εξαρτώμενο από τη Ρωσία. Η Ρωσία λαμβάνει δύο βασικούς θαλάσσιους λιμένες, που επιτρέπουν την άμεση πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα. Επίσης η συνθήκη δίνει στη Ρωσία καθεστώς προστάτη των Ορθόδοξων Χριστιανών υπηκόων τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
1774-1800: Το ελληνικό εμπορικό ναυτικό τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αρχίζει να αναπτύσσεται κατά τη δεκαετία τού 1770. Οι πόλεμοι τής Γαλλικής Επανάστασης, που άρχισαν το 1792, και αργότερα η καταστολή τής Δημοκρατίας τής Βενετίας το 1797, είχαν ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση τού ναυτικού των Γάλλων και των Ενετών εμπόρων στη Μεσόγειο. Αυτή η εξαφάνιση ωφέλησε ιδιαίτερα τούς Έλληνες, ναυτικούς και εμπόρους, οι οποίοι ήταν πολύ πιο προσανατολισμένοι στις ευρωπαϊκές σχέσεις από τούς μουσουλμάνους συναδέλφους τους.
1789: Γαλλική επανάσταση. Η διάδοση τού εθνικισμού ως ιδεολογίας παρακινεί ανθρώπους που συνειδητοποιούν την εθνική τους ταυτότητα. Τα πρώτα εθνικιστικά κινήματα εντός τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ξεσπούν στα Βαλκάνια. Η εξέγερση των Σέρβων (1804) καταστέλλεται από τούς Οθωμανούς.
Ύστερος 18ος αιώνας: Ίδρυση ελληνικών σχολείων στην Αμισό (Σαμσούν) και την Κερασούντα.
Τέλη 18ου αιώνα – αρχές 19ου αιώνα: Μετανάστευση μεγάλου μέρους των Ελλήνων τού Πόντου κυρίως στη Ρωσία.
19ος αιώνας
1805: Ο Βρετανός ιστορικός William Falconer μεταφράζει στα αγγλικά τον Περίπλου Ευξείνου Πόντου τού Αρριανού.
1806-1812: Ρωσο-Τουρκικός πόλεμος. Η Ρωσία προσαρτά το ανατολικό μισό τής Μολδαβίας, που έγινε γνωστό ως Βεσσαραβία.
1814-1821: Ίδρυση στην Οδησσό τής ελληνικής επαναστατικής οργάνωσης Φιλική Εταιρία (1814). Δύο Έλληνες με επιρροή, φαναριώτικης καταγωγής, καλούνται να αναλάβουν την ηγεσία τής Εταιρείας. Υπηρετούσαν και οι δύο το ρωσικό κράτος εκείνη την εποχή. Ο κόμης Ιωάννης Καποδίστριας (1776-1831), Υπουργός Εξωτερικών τού τσάρου Αλέξανδρου Α’ (βασ. 1801-1825), απορρίπτει την πρόταση ηγεσίας. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης (1792-1828), που είχε διοριστεί υπασπιστής τού τσάρου το 1816, δέχεται την πρόταση το 1820. Υπό την ηγεσία τού Υψηλάντη η Φιλική Εταιρεία εξαπλώνεται γρήγορα από τη Ρωσία στης ηγεμονίες τής Βλαχίας και τής Μολδαβίας, καθώς και στην Πελοπόννησο, την Κωνσταντινούπολη, το Αιγαίο και τα Επτάνησα.
1821-1827: Πρώτη ελληνική εξέγερση σε απομακρυσμένο μέρος τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στη Μολδαβία, από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη (Μάρτιος 1821). Ο στρατός τού Υψηλάντη ηττάται από τα οθωμανικά στρατεύματα και ο Υψηλάντης διαφεύγει στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων (Ιούνιος 1821). Εξέγερση στην Πελοπόννησο. Αντίποινα στην Κωνσταντινούπολη. Απαγχονισμός τού πατριάρχη και εκτελέσεις ιεραρχών και Φαναριωτών. Σφοδρή αντίδραση στην Τραπεζούντα στην είδηση τής ελληνικής εξέγερσης. Ο Χουσρέφ Μεχμέτ Πασάς, κυβερνήτης τής πόλης, συγκεντρώνει τούς χριστιανούς τής πόλης στην οθωμανική ακρόπολη, με σκοπό να τούς εκτελέσει (1821). Σώθηκαν με τις προσπάθειες τού αγιάν (ντερέμπεη) Σατιρζάντε πασά. Στην Ελλάδα οι ηγέτες τής εξέγερσης συγκαλούν την Πρώτη Εθνοσυνέλευση στην Επίδαυρο και ανακηρύσσουν την ανεξαρτησία τής Ελλάδας (Ιανουάριος 1822). Η οθωμανική ανικανότητα καταστολής τής εξέγερσης στην Ελλάδα οδηγεί τον σουλτάνο Μαχμούτ Β’ (βασ. 1808–1839) να ζητήσει την υποστήριξη τού κυβερνήτη τής Αιγύπτου, τού Καβαλαλή Μεχμέτ Αλή Πασά (1769-1849). Τα αιγυπτιακά στρατεύματα καταστέλλουν την εξέγερση σχεδόν ολοκληρωτικά (1824-1826). Κοινός στόλος από τη Ρωσία, τη Βρετανία και τη Γαλλία επιτίθεται στον Οθωμανικό-Αιγυπτιακό στόλο στον κόλπο τού Ναβαρίνου και τον πυρπολεί ολοσχερώς (Οκτώβριος 1827).
1828-29: Ρωσοτουρκικός πόλεμος. Ως συνέπεια τής ρωσικής εμπλοκής στη ναυμαχία τού Ναβαρίνου, η Οθωμανική Αυτοκρατορία κηρύσσει τον πόλεμο κατά τής Ρωσίας (1828) και ηττάται ένα χρόνο αργότερα. Με τη Συνθήκη τής Αδριανούπολης (Σεπτέμβριος 1829), η Οθωμανική Αυτοκρατορία αναγνωρίζει την ανεξαρτησία τής Ελλάδας.
1826-1831: Ο Περίπλους τού Ψευδο-Σκύλακος εκδίδεται στο Παρίσι (1826) από τον Jean François Gail και στο Βερολίνο (1831) από τον Rudolf Heinrich Klausen.
1827: Εκδίδεται στο Μόναχο το Geschichte des Kaisertums von Trapezunt (Ιστορία τής Αυτοκρατορίας τής Τραπεζούντας) τού Jakob Philipp Fallmerayer (1790-1861).
1832: Ιδρύεται το Βασίλειο τής Ελλάδος. Περιλαμβάνει μόνο την Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα και τις Κυκλάδες. Η ηπειρωτική Ελλάδα (Θεσσαλία, Ήπειρος, Μακεδονία και Δυτική Θράκη) και τα μεγάλα νησιά τού Αιγαίου (Κρήτη, Λέσβος, Χίος, Σάμος κ.λπ.) παραμένουν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
1834: Εκδίδεται από τον Joseph von Hammer-Purgstall, Αυστριακό οριενταλιστή, η αγγλική μετάφραση των δύο πρώτων τόμων τού Σεγιαχάτναμε (Βιβλίου των Ταξιδιών) τού Οθωμανού περιηγητή Εβλία Τσελεμπή (1611–1682). Ο δεύτερος τόμος περιέχει ταξίδια στον Πόντο (Σινώπη, Αμισό, Τραπεζούντα), στη Γεωργία, στη Μινγκρέλια, στην Αμπχαζία και στην Κριμαία.
1839-1876: Περίοδος μεταρρυθμίσεων τής Τανζιμάτ (Αναδιοργάνωσης) στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ξεκινούν με το διάταγμα Gülhane Hatt-ı Şerif (1839) και τελειώνουν με την Πρώτη Συνταγματική Περίοδο (1876). Η εποχή τής Τανζιμάτ ξεκίνησε με σκοπό τον εκσυγχρονισμό, επιθυμώντας να εδραιώσει τα κοινωνικά και πολιτικά θεμέλια τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Χαρακτηρίστηκε από προσπάθειες εκσυγχρονισμού τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και διασφάλισης τής εδαφικής της ακεραιότητας απέναντι σε εσωτερικά εθνικιστικά κινήματα και εξωτερικές επιθετικές δυνάμεις.
1843-1844: Τα Original-Fragmente τού J. P. Fallmerayer, Original-Fragmente, Chroniken, Inschriften und anderes Materiale zur Geschichte des Kaiserthums Trapezunt (Πρωτότυπα θραύσματα, χρονικά, επιγραφές και άλλα υλικά για την ιστορία της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας), δημοσιεύονται στις Πραγματείες τής Τάξης Ιστορίας τής Βασιλικής Βαυαρικής Ακαδημίας Επιστημών (Abhandlungen der Historischen klasse der Königlich bayerischen akademie der wissenschaften), τόμος III (1841, μέρος 3, σελ. 1–159) και τόμος IV (μέρος 1, σελ. 1–108).
1844: Ο Έλληνας πολιτικός Ιωάννης Κωλέττης διατυπώνει τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά τής ιδεολογίας τής Μεγάλης Ιδέας στην Ελληνική Εθνοσυνέλευση: «Το Βασίλειο τής Ελλάδος δεν είναι Ελλάδα. Είναι απλώς ένα μέρος, το μικρότερο, το πιο φτωχό μέρος τής Ελλάδας. Έλληνας δεν είναι μόνο αυτός που κατοικεί στο Βασίλειο, αλλά και αυτός που κατοικεί στα Ιωάννινα ή τη Θεσσαλονίκη ή τις Σέρρες ή την Αδριανούπολη ή την Κωνσταντινούπολη ή την Τραπεζούντα ή την Κρήτη ή τη Σάμο ή σε οποιαδήποτε άλλη περιοχή που ανήκει στην ελληνική ιστορία ή στην ελληνική φυλή… Υπάρχουν δύο μεγάλα κέντρα τού Ελληνισμού. Η Αθήνα είναι η πρωτεύουσα τού Βασιλείου. Η Κωνσταντινούπολη είναι η μεγάλη πρωτεύουσα, η Πόλη, το όνειρο και η ελπίδα όλων των Ελλήνων».
1844: Ο Γιάκομπ Φίλιπ Φαλμεράγιερ (1790-1861) δημοσιεύει μια έκδοση τού ελληνικού κειμένου τού Χρονικού Τραπεζούντος τού Μιχαήλ Πανάρετου με γερμανική μετάφραση και σχολιασμό. Είχε ανακαλύψει το Χρονικό ανάμεσα στα χειρόγραφα τής Μαρκιανής Βιβλιοθήκης τής Βενετίας.
1845: Εκδίδονται στη Γκότα τα Fragmente aus dem Orient (Θραύσματα από την Ανατολή) του J. P. Fallmerayer.
1853-1856: Κριμαϊκός Πόλεμος μεταξύ τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τής Γαλλίας και τής Βρετανίας από τη μια πλευρά και τής Ρωσίας από την άλλη.
1856-1866: Μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο, 60.000 Έλληνες τού Πόντου εγκαθίστανται στη νότια Ρωσία, στις περιοχές Κουμπάν και Σταυροπόλ. Την ίδια περίοδο δημιουργούνται τα 43 ελληνικά χωριά στην Τσάλκα τής Γεωργίας και εγκαθίστανται Έλληνες στο Κυβερνείο τής Αλεξαντροπόλ (τώρα Γκυουμρί), στη σημερινή Αρμενία.
1862-1863: Οι μεταρρυθμίσεις τού 19ου αιώνα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία αλλάζουν τη δομή τής οργάνωσης των θρησκευτικών κοινοτήτων (μιλλέτ). Σχεδιάζονται και εγκρίνονται οι κανονισμοί τής ελληνικής κοινότητας (millet-I Rum, 1862) και τής αρμενικής κοινότητας (millet-I Ermeniya, 1863).
1864: Η Βρετανία παραχωρεί τα Επτάνησα στην Ελλάδα.
1876: Η Οθωμανική Αυτοκρατορία αποκτά σύνταγμα. Η αντίδραση των Ελλήνων τού Πόντου σε αυτή την εξέλιξη δεν είναι ομοιόμορφη.
1877: Τυπώνεται στην Οξφόρδη με επιμέλεια Henry Tozer (τού συγγραφέα τού Κεφάλαιου 10 αυτού τού βιβλίου) η δεύτερη έκδοση τού επτάτομου έργου τού George Finlay (1799-1875) με τίτλο Ιστορία τής Ελλάδας: Από την κατάκτησή της από τούς Ρωμαίους (146 π.Χ.) μέχρι σήμερα (1864 μ.Χ. ) [A History of Greece: From its conquest by the Romans to the present time (B.C. 146 to A.D. 1864) ]. Περιλαμβάνει τον τόμο 4 με τίτλο Η μεσαιωνική Ελλάδα και η αυτοκρατορία τής Τραπεζούντας, 1204-1461 μ.Χ. [Mediaeval Greece and the empire of Trebizond, A.D. 1204-1461] .
1877-78: Ρωσο-Tουρκικός πόλεμος. Αν και η Ελλάδα σκοπεύει να σταθεί στο πλευρό τής Ρωσίας, κατά τη διάρκεια τού πολέμου παραμένει ουδέτερη, κάτω από την πίεση τής Βρετανίας και τής Γαλλίας. Στο Συνέδριο τού Βερολίνου (1878) η Ελλάδα απαιτεί την Κρήτη, την Ήπειρο και τη Θεσσαλία. Με τη μεσολάβηση τής Βρετανίας σχεδιάζεται τελική απόφαση (1881): η Οθωμανική Αυτοκρατορία παραχωρεί όλη τη Θεσσαλία και μικρό μέρος τής Ηπείρου στην Ελλάδα. Η Ρουμανία, η Σερβία και το Μαυροβούνιο κερδίζουν διεθνή αναγνώριση τής ανεξαρτησίας τους και η Βουλγαρία επιτυγχάνει την αυτονομία της από την άμεση οθωμανική κυριαρχία. Στον Καύκασο, οι περιοχές τού Βατούμ και τού Καρς, καθώς και εκείνες που κατοικούνται από Ατζάρους (μουσουλμάνους Γεωργιανούς) και Αρμένιους, προσαρτώνται επίσης στη Ρωσία. Ο διοικητικός έλεγχος τής Κύπρου παραχωρείται από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στη Βρετανία (1878), με αντάλλαγμα την υποστήριξή της στους Οθωμανούς κατά το Συνέδριο τού Βερολίνου.
1878-1900: Μετά τον Ρωσο-Τουρκικό πόλεμο η μετανάστευση παίρνει τη μορφή μαζικής φυγής από τον Πόντο. 100.000 Έλληνες τού Πόντου καταφεύγουν στις περιοχές Τέρεκ, Σταυροπόλ, Σοχούμι, Βατούμ. Την ίδια περίοδο δημιουργούνται τα 80 ελληνικά χωριά τού Καρς στον Καύκασο. Κατά τις ομαδικές μεταναστεύσεις στη Ρωσία τον 19ο αιώνα, 350.000 άνθρωποι μετακινήθηκαν από τον Πόντο.
1896-1898: Ξεσπά εξέγερση στην Κρήτη (τέλη 1896). Ελληνικός στρατός αποβιβάζεται στην Κρήτη για να ενώσει το νησί με την Ελλάδα (Ιανουάριος 1897). Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις επεμβαίνουν και ανακηρύσσουν την Κρήτη διεθνές προτεκτοράτο. Ο ελληνικός στρατός που αποχωρεί στέλνεται στη βόρεια Θεσσαλία και περνά τα οθωμανο-ελληνικά σύνορα. Τα οθωμανικά στρατεύματα νικούν τούς Έλληνες και προχωρούν προς την Αθήνα. Επεμβαίνουν οι Μεγάλες Δυνάμεις. Ύστερα από κατάπαυση τού πυρός (Μάιος 1897) ξεκινούν οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία υποχρεώνεται να παραχωρήσει τα εδάφη που κατέλαβε κατά τη διάρκεια τού πολέμου και να αρκεστεί σε μικρό ποσό πολεμικής αποζημίωσης που καταβάλλει η Ελλάδα. Επίσης η Οθωμανική Αυτοκρατορία χάνει de facto την Κρήτη (Δεκέμβριος 1898), όταν το διεθνές προτεκτοράτο παραδίδει το νησί στη διοίκηση τού πρίγκιπα Γεωργίου τής Ελλάδας (1869-1957) ως πρώτου γενικού κυβερνήτη.
1899: Ο Οράτιος Ουάιτ μεταφράζει από τα ελληνικά τη Ρωμαϊκή Ιστορία τού Αππιανού (συμπεριλαμβανομένων των Μιθριδατικών Πολέμων).
20ός αιώνας
1904: Στο Μερζιφόν, βορειοδυτικά τής Αμάσειας, ιδρύεται μυστική εταιρεία, η Εταιρεία Πόντου. Κύριος σκοπός της είναι να επιτύχει μια ανεξάρτητη δημοκρατία τού Πόντου.
1908: Επανάσταση των Νεοτούρκων κατά τού σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Β’ (βασ. 1876-1909). Επαναλειτουργία τού Κοινοβούλιου, την οποία είχε αναστείλει ο σουλτάνος το 1878. Οθωμανικές γενικές εκλογές. Περιέργως, μόνο ένας Έλληνας Πόντιος εκλέγεται βουλευτής: ο Ματθαίος Κωφίδης από το σαντζάκι τής Τραπεζούντας. Ακολουθεί περίοδος μακροχρόνιας έντασης μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων.
1912-1913: Α’ Βαλκανικός Πόλεμος (1912-1913). Σχηματισμός βαλκανικής συμμαχίας (Σερβία, Ελλάδα, Μαυροβούνιο και Βουλγαρία) κατά τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι σύμμαχοι νικούν γρήγορα τα ανοργάνωτα οθωμανικά στρατεύματα και τα αναγκάζουν να υποχωρήσουν ακόμη και μέχρι τα περίχωρα τής Κωνσταντινούπολης. Η διαφωνία στην κατανομή των λαφύρων τού πολέμου έχει ως αποτέλεσμα τον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο (1913), που διεξήχθη μεταξύ Σερβίας, Ρουμανίας, Ελλάδας, Μαυροβουνίου (αλλά και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) εναντίον τής Βουλγαρίας. Οι Οθωμανοί ανακτούν ορισμένα εδάφη που είχαν χαθεί προηγουμένως, συμπεριλαμβανομένης τής Αδριανούπολης. Για την Ελλάδα τα εδαφικά κέρδη των δύο Βαλκανικών Πολέμων είναι τεράστια. Η Ελλάδα αποκτά τη Θεσσαλονίκη και την παράκτια λωρίδα τής Μακεδονίας που περιλαμβάνει τις εύφορες πεδιάδες τής Καβάλας, τη Νότια Ήπειρο με τα Ιωάννινα, την Κρήτη (η ένωση τού νησιού με την Ελλάδα αναγνωρίστηκε επίσημα από την Οθωμανική Αυτοκρατορία) και τα νησιά Λέσβο, Χίο και Σάμο. Ο πληθυσμός και η έκταση τής χώρας σχεδόν διπλασιάζονται. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, από την άλλη, χάνει σχεδόν όλες τις ευρωπαϊκές κτήσεις της εκτός από τη μικρή σχετικά περιοχή τής Ανατολικής Θράκης.
1914: Ο ελληνικός πληθυσμός τής Ρωσικής Αυτοκρατορίας ανέρχεται σε 650.000 άτομα. Η μετεγκατάσταση Ελλήνων, αλλά και Αρμενίων, από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στη Ρωσία, είναι φαινόμενο ευθέως ανάλογο τής επέκτασης των Ρώσων προς νότο και της συνακόλουθης ανάγκης εγκατάστασης φιλικού πληθυσμού στις παραμεθόριες περιοχές και ταυτόχρονα ανάπτυξης των περιοχών που εγκαταλείπουν οι μουσουλμάνοι κάτοικοί τους.
1914: Οθωμανικές γενικές εκλογές. Βουλευτές εκλέγονται τρεις Έλληνες τού Πόντου: Τραπεζούντος οι Κωφίδης και Ιωαννίδης και Αμισού ο Αρζόγλου.
1915-1918: Η Οθωμανική Αυτοκρατορία συμμετέχει στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο μεταξύ Αντάντ/Συμμαχικών Δυνάμεων (Γαλλία, Βρετανία, Ρωσία, Ιαπωνία, Ιταλία, ΗΠΑ κ.λπ.) αφενός και Κεντρικών Δυνάμεων (Γερμανία, Αυστρο-Ουγγαρία, Οθωμανική Αυτοκρατορία, Βουλγαρία κ.λπ.) αφετέρου. Μετά την απόφαση τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας να συμμετάσχει στον πόλεμο στο πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων, η Βρετανική Αυτοκρατορία προσαρτά επίσημα την Κύπρο (1914). Η Βρετανία προσφέρει την Κύπρο στην Ελλάδα τού βασιλιά Κωνσταντίνου, εφόσον συμμετάσχει στον πόλεμο στο πλευρό των Βρετανών. Η προσφορά απορρίπτεται (1915). Αργότερα (1917) η Ελλάδα μπαίνει στον πόλεμο στο πλευρό των Συμμαχικών Δυνάμεων (Αντάντ).
1915-1916: Με το ξέσπασμα τού Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, πολλοί Έλληνες τού Πόντου καταλήγουν σε τάγματα εργασίας. Συγκροτούνται ελληνικές ένοπλες ομάδες τού Πόντου και αρχίζει ο ανταρτοπόλεμος (1916). Στην Τραπεζούντα ο μητροπολίτης Χρύσανθος καταφέρνει να προστατεύσει τούς Έλληνες τού Πόντου μέσω τής φιλίας του με τον κυβερνήτη (βαλή) Τζεμάλ Αζμί μπέη. Το θετικό πορτρέτο τού τελευταίου, σκιαγραφημένο από τον Χρύσανθο, έρχεται σε αντίθεση με τις μαρτυρίες για τον ρόλο που έπαιξε αυτός στη γενοκτονία των Αρμενίων. Ήταν γνωστός ως ο «χασάπης τής Τραπεζούντας». Ο Τζεμάλ Αζμί δικάστηκε ερήμην το 1919 στην Κωνσταντινούπολη για τις σφαγές των Αρμενίων τού 1915 και καταδικάστηκε σε θάνατο. Τον Απρίλιο τού 1922 σκοτώθηκε από Αρμένιους στο Βερολίνο με πυροβολισμό στο κεφάλι.
Απρίλιος 1916: Οι Ρώσοι προελαύνουν (Μάρτιος 1916). Η οθωμανική διοίκηση τής Τραπεζούντας, προβλέποντας την πτώση τής πόλης, παραδίδει τον έλεγχό της στον Έλληνα μητροπολίτη Χρύσανθο Φιλιππίδη. Είσοδος τού ρωσικού στρατού στην πόλη (15 Απριλίου). Ίδρυση τής Προσωρινής Κυβέρνησης τής Τραπεζούντας. Ο Χρύσανθος προστατεύει τούς Τούρκους κατοίκους.
Νοέμβριος 1917: Συνέρχεται στην Τιφλίδα συνάντηση των τεσσάρων χριστιανικών εθνοτήτων τού Καυκάσου (Γεωργιανοί, Αρμένιοι, Έλληνες και Ρώσοι). Οι συμμετέχοντες αποφασίζουν να δημιουργήσουν στρατό, οργανωμένο κατά εθνότητα, ανάλογα με τον πληθυσμό της. Στους Έλληνες, που ο πληθυσμός τους φτάνει τις 200.000, ανατίθεται μια μεραρχία με τρία συντάγματα. Η «Ελληνική Μεραρχία Καυκάσου» επανδρώνεται από Έλληνες που υπηρετούν στον ρωσικό στρατό. Στόχος τής μεραρχίας είναι να πολεμήσει για τη διατήρηση τού μετώπου σε περίπτωση προέλασης τού τουρκικού στρατού ή να κατέβει στον Πόντο.
7 Νοεμβρίου 1917: Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία, υπό την ηγεσία τού Κόμματος των Μπολσεβίκων τού Βλαντιμίρ Λένιν.
1916-1923: Περίπου 350.000 Πόντιοι Έλληνες στην Οθωμανική αυτοκρατορία εξαφανίζονται μέσα από σφαγές, διώξεις και πορείες θανάτου. Ο πληθυσμός που μπόρεσε να επιβιώσει οδηγείται σε έξοδο. Χιλιάδες φεύγουν ως πρόσφυγες σε διάφορες χώρες, όπως η Γαλλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες τής Αμερικής. Περίπου 190.000 από τούς επιζώντες φτάνουν στην Ελλάδα πριν από το 1923. Συνολικά, περίπου 200.000 καταφεύγουν από το 1916 έως το 1923 στον Καύκασο, κυρίως στη Γεωργία και στη Ρωσία.
4 Φεβρουαρίου 1918: Συνέρχεται στη Μασσαλία το Πρώτο Παμποντιακό Συνέδριο. Προσπαθώντας να αποτρέψουν την επιστροφή τού ανατολικού Πόντου στους Τούρκους, οι σύνεδροι στέλνουν τηλεγράφημα στον Τρότσκι, τον «Λαϊκό Επίτροπο Εξωτερικών», ζητώντας του να υποστηρίξει το αίτημα για αυτοδιάθεση των Ελλήνων τού Πόντου και τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους «…από τα ρωσικά σύνορα μέχρι πέρα από τη Σινώπη και την ενδοχώρα» [βλέπε Χάρτη 4].
Χάρτης 4: Χάρτης της προτεινόμενης Δημοκρατίας του Πόντου σε καρτ ποστάλ, 1917
3 Μαρτίου 1918: Υπογράφεται η συνθήκη τού Μπρεστ-Λιτόφσκ (τέλος Α’ Παγκοσμίου Πολέμου). Οι Μπολσεβίκοι παραχωρούν όλη την Ουκρανία στη Γερμανία και τις περιοχές τού Καρς, τού Αρνταχάν και τού Βατούμ στην Τουρκία. Ο ρωσικός στρατός εγκαταλείπει τα εδάφη τού ανατολικού Πόντου ακολουθούμενος από 80.000-100.000 πρόσφυγες, στους οποίους προστίθενται άλλοι 70.000 από την περιοχή τού Καρς.
Ιούλιος 1918: Συνεδριάζει στο Μπακού τού Αζερμπαϊτζάν συνέδριο Ελλήνων αντιπροσώπων από τη νότια Ρωσία, την Υπερκαυκασία και τον Πόντο. Κηρύσσεται η ανεξαρτησία τού Πόντου και εκλέγεται πενταμελές συμβούλιο, κάτω από την ηγεσία τού οποίου εισέρχονται όλα τα ποντιακά σωματεία. Η ήττα των Κεντρικών Δυνάμεων (Γερμανία, Αυστρο-Ουγγαρία, Οθωμανική Αυτοκρατορία) αναζωπυρώνει τις ελπίδες των Ελλήνων τού Πόντου για λύση τού ελληνικού ζητήματος στη Μαύρη Θάλασσα. Οι αντάρτες αρχίζουν να εμφανίζονται στις πόλεις, ενώ αρχίζουν να επιστρέφουν ορισμένοι επιζώντες των εκτοπισμών στο εσωτερικό και δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες στη Ρωσία.
1918: Ανακωχή Μούδρου (30 Οκτωβρίου). Οι Οθωμανοί παραδίδουν τις υπόλοιπες φρουρές τους έξω από την Ανατολία. Παραχωρούν στους Συμμάχους το δικαίωμα να καταλαμβάνουν οχυρά που ελέγχουν τα στενά των Δαρδανελίων και τού Βοσπόρου και να καταλαμβάνουν οποιοδήποτε οθωμανικό έδαφος «σε περίπτωση αταξίας» που απειλεί την ασφάλειά τους. Ο Οθωμανικός Στρατός (συμπεριλαμβανομένης τής Οθωμανικής Αεροπορίας) αποστρατεύεται. Όλα τα λιμάνια, οι σιδηρόδρομοι και άλλα στρατηγικά σημεία διατίθενται για χρήση από τούς Συμμάχους. Στον Καύκασο, οι Οθωμανοί πρέπει να υποχωρήσουν εντός των προπολεμικών συνόρων μεταξύ τής Οθωμανικής και τής Ρωσικής Αυτοκρατορίας.
Νοέμβριος 1918: Οργανώνεται άλλο συνέδριο στη Μασσαλία, το οποίο εγκρίνει ψήφισμα που στέλνεται στον Βρετανό Υπουργό Εξωτερικών Λόρδο Κέρζον (1859-1925). Το ψήφισμα ζητά τη δημιουργία προτεκτοράτου των Συμμαχικών Δυνάμεων επί των 1.500.000 Ελλήνων τού Πόντου και την ίδρυση Δημοκρατίας τού Πόντου στην περιοχή, εκτεινόμενης από τα ρωσικά σύνορα μέχρι την επαρχία Σινώπης.
15 Μαΐου 1919: Ο Ελληνικός Στρατός αποβιβάζεται στη Σμύρνη.
19 Μαΐου 1919: Ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάζεται στη Σαμσούν. Η ημερομηνία σηματοδοτεί την έναρξη τού Τουρκικού Πολέμου τής Ανεξαρτησίας (19 Μαΐου 1919 – 24 Ιουλίου 1923). Σηματοδοτεί επίσης την έναρξη τής γενοκτονίας τού ελληνικού πληθυσμού στον Πόντο.
23 Ιουνίου 1919: Πρώτη συνεδρίαση τού «Μόνιμου Γενικού Συμβουλίου των Ελλήνων τού Πόντου» στο κατεχόμενο από τούς Βρετανούς Βατούμ. Εκλέγεται το «Εθνικό Συμβούλιο Πόντου» που εκδίδει την εφημερίδα «Ελεύθερος Πόντος» στο τυπογραφείο τής εφημερίδας «Αργοναύτης». Τον επόμενο χρόνο το Συμβούλιο μετονομάζεται σε «Εθνοσυνέλευση Ελλήνων τού Πόντου» με στόχο να γίνει εξόριστη κυβέρνηση.
14 Νοεμβρίου 1920: Εκλογική ήττα τού Βενιζέλου. Αν και το δικό του Κόμμα Φιλελευθέρων λαμβάνει το 50,3% των ψήφων, κερδίζει μόνο 118 έδρες (32%) στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, με την Ηνωμένη Αντιπολίτευση (49,4% των ψήφων) να κερδίζει 251 (68%) από τις 369 έδρες. Ο ίδιος ο Βενιζέλος δεν καταφέρνει να εκλεγεί.
16 Μαρτίου 1921: Η τουρκική κυβέρνηση υπογράφει τη Συνθήκη τής Μόσχας με τη Σοβιετική Ένωση. Οι Ρώσοι δεσμεύονται να στείλουν χρήματα και πυρομαχικά στην Ανατολία μέσω τής Μαύρης Θάλασσας. Το ελληνικό κράτος στέλνει πολεμικά πλοία στη Μαύρη Θάλασσα, για να εμποδίσουν τη μεταφορά από τη Σοβιετική Ένωση στην Τουρκία. Τα πολεμικά πλοία βομβαρδίζουν το λιμάνι τής Ινέμπολου (Ινέπολης, 9 Ιουνίου). Με αυτή την αφορμή η τουρκική κυβέρνηση διατάσσει τη μεταφορά Ελλήνων ηλικίας μεταξύ 15 και 50 ετών στα εσωτερικά μέρη τής Ανατολίας (Μαλάτεια, Εργκάνι, Μαράς, Γκιουρούν και Ντάρεντε). Σύμφωνα με τις τουρκικές στρατιωτικές στατιστικές, ο αριθμός των Ελλήνων που μεταφέρθηκαν ήταν 63.844.
Οκτώβριος 1921: Θεσπίζονται στην Τουρκία τα Δικαστήρια Ανεξαρτησίας (Istiklal Mahkemeleri) για εκείνους που εμπλέκονται στις δραστηριότητες των ελληνικών ανταρτικών ομάδων. Το δικαστήριο τής Σίβας (Σεβάστειας) εκδίδει 177 θανατικές ποινές (174 για Έλληνες, 3 για μουσουλμάνους). Καταδικάζονται ερήμην σε θάνατο ο μητροπολίτης Τραπεζούντας Χρύσανθος, ο μητροπολίτης Κερασούντας Λαυρέντιος και ο Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης, κύριος προπαγανδιστής τής υπόθεσης τού Πόντου στην Ευρώπη.
24 Ιουλίου 1923: Συνθήκη τής Λωζάνης. Ανταλλαγή πληθυσμών. 1.300.000 Ελληνορθόδοξοι Χριστιανοί τής Τουρκικής Δημοκρατίας στέλνονται στην Ελλάδα. 350.000 μουσουλμάνοι τού Βασιλείου τής Ελλάδας στέλνονται στην Τουρκία. Εξαιρέσεις: Οι Ελληνορθόδοξοι τής Κωνσταντινούπολης παραμένουν στην πρωτεύουσα. Aντίστοιχα παραμένουν στη Δυτική Θράκη οι εκεί μουσουλμάνοι. Με τη Συνθήκη τής Λωζάνης, η νεοδημιουργηθείσα Tουρκική Δημοκρατία παραιτείται από κάθε αξίωση επί τής Κύπρου.
1922-1923: Οι Έλληνες τού Πόντου φτάνουν στην Ελλάδα ή κατευθύνονται σε γειτονικές χώρες τής Μαύρης Θάλασσας.
***
Ύστερα από αυτό το συνοπτικό χρονολόγιο των κυρίων γεγονότων στην ιστορία των ανθρώπων και των πόλεων τού Πόντου, ας πούμε δυό λόγια για τη δομή αυτού τού βιβλίου και τούς συγγραφείς των επιμέρους τμημάτων του.
Κίνεϊρ
Στην πρώτη χρονολογικά ενότητα παρουσιάζονται κεφάλαια από το βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1818 με τίτλο Ταξίδι μέσα από τη Μικρά Ασία, την Αρμενία και το Κουρδιστάν τα έτη 1813 και 1814 και υπότιτλο Με παρατηρήσεις για τις πορείες τού Αλεξάνδρου και τής Καθόδου των Μυρίων. Συγγραφέας του ήταν ο Τζον Μακντόναλντ Κίνεϊρ (1782–1830), λοχαγός στην υπηρεσία τής Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών. Όπως γράφει ο ίδιος στον πρόλογο, ο μόνος λόγος για τον οποίο πρόσφερε αυτό το «ασύνδετο» βιβλίο των ταξιδιών του στο κοινό ήταν για να συνεισφέρει στη γεωγραφική γνώση τής εποχής.
Ο Κίνεϊρ ξεκίνησε από το Χάριτς τής Αγγλίας για το Γκέτεμποργκ τής Σουηδίας στις αρχές τού 1813. Σκοπός του ήταν να προχωρήσει στην Κωνσταντινούπολη μέσω Σουηδίας και Ρωσίας, αλλά η καταστροφική υποχώρηση τού Ναπολέοντα από τη Μόσχα τού είχε στο μεταξύ ανοίξει πιο άμεσο δρόμο. Εντάχθηκε λοιπόν στο επιτελείο τού Ρώσου αυτοκράτορα Αλέξανδρου που καταδίωκε τότε τούς Γάλλους και από τη Δρέσδη συνέχισε το ταξίδι του στην Τουρκία μέσω Βιέννης. Σκοπός τού Κίνεϊρ, φεύγοντας από την Αγγλία, ήταν να επισκεφθεί όλες τις χώρες μέσω των οποίων ευρωπαϊκός στρατός θα μπορούσε να επιχειρήσει εισβολή στην Ινδία. Επίσης, στα πλαίσια αυτού τού σχεδίου, να εξερευνήσει το βορειοανατολικό τμήμα τής Περσίας και τις απέραντες πεδιάδες που εκτείνονταν πέρα από τον ποταμό Ώξο τής αρχαιότητας, τον σύγχρονο Άμου Ντάρια, προς τα όρια τής Ρωσικής αυτοκρατορίας. Όμως αλλεπάλληλα κωλύματα και η απρόσμενη ανάκλησή του στο Μαντράς τής Ινδίας τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει αυτή την επιχείρηση. Περιορίστηκε λοιπόν σε ταξίδια στην Οθωμανική αυτοκρατορία, κυρίως στη σημερινή Τουρκία.
Αρχικά ο Κίνεϊρ κινήθηκε από την Κωνσταντινούπολη μέσω Εσκίσεχιρ στην Άγκυρα και από εκεί στην Καισάρεια, τη Λαοδίκεια, την Κύπρο, την Καραμανία και το Ικόνιο, από το οποίο επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη. Στη συνέχεια κινήθηκε από την Κωνσταντινούπολη προς την Τραπεζούντα και το Ερζερούμ, ακολουθώντας, σε γενικές γραμμές, πορεία αντίστροφή από εκείνη τής Καθόδου των Μυρίων. Παρουσιάζεται εδώ αυτό το κομμάτι τού βιβλίου τού Κίνεϊρ.
Τέλος από το Ερζερούμ κινήθηκε προς νότο, προς Σιρτ, Μπιτλίς, Μαρντίν, ενώ στη συνέχεια μπήκε στα όρια τού σημερινού Ιράκ, προχωρώντας στη Μοσούλη και τη Βαγδάτη και φτάνοντας στο λιμάνι τής Βασόρας επί τού Περσικού κόλπου.
Ο Κίνεϊρ ολοκλήρωσε το βιβλίο μετά την επιστροφή του στο Μαντράς, στη διάρκεια των λίγων στιγμών αναψυχής που μπορούσε να αποσπάσει από τα επίπονα καθήκοντα τής επίσημης θέσης του. Αναφέρει ότι το βιβλίο θα ήταν πολύ πιο τέλειο, αν δεν είχε χάσει πολλές πολύτιμες σημειώσεις, που τις πήραν πειρατές μαζί με τις αποσκευές του στον Περσικό κόλπο. Διατήρησε την αρχική μορφή τού ημερολόγιου, πιστεύοντας ότι ήταν πιο απλή και ταυτόχρονα καλύτερη για να προσφέρει πληρέστερη ιδέα για τα έθιμα των ανθρώπων και για τούς τρόπους ταξιδιού σε εκείνα τα μέρη τού κόσμου. Το ταξίδι τού Κίνεϊρ, όπως παρουσιάζεται εδώ, χωρίζεται στις παρακάτω ενότητες:
– Από την Κωνσταντινούπολη στην Κασταμονή (1814).
– Από την Κασταμονή στη Σαμσούν (1814).
– Από τη Σαμσούν στην Τραπεζούντα (1814).
– Από την Τραπεζούντα στο Ερζερούμ (1814).
Πόρτερ
Στη δεύτερη ενότητα παρουσιάζονται κεφάλαια από το βιβλίο που εκδόθηκε σε δύο τόμους το 1821 με τίτλο Ταξίδια στη Γεωργία, την Αρμενία, την Περσία, την αρχαία Βαβυλωνία κλπ κλπ. (έτσι ακριβώς) κατά τα έτη 1817, 1818, 1819 και 1820. Το έγραψε ο Ρόμπερτ Κερ Πόρτερ, που ήταν πολυσύνθετη προσωπικότητα. Ήταν Άγγλος καλλιτέχνης, συγγραφέας, διπλωμάτης και περιηγητής. Γνωστός σήμερα για τις αφηγήσεις του από τα ταξίδια του στην Ισπανία, την Πορτογαλία και τη Ρωσία, ήταν ένας από τούς πρώτους στη Βρετανία ζωγράφους πινάκων μεγάλων διαστάσεων με θέματα από μάχες. Το 1804 διορίστηκε ζωγράφος-ιστορικός τού τσάρου Αλέξανδρου Α’ τής Ρωσίας και εργάστηκε σε μερικούς τεράστιους ιστορικούς πίνακες για την Αίθουσα τού Ναυαρχείου στην Αγία Πετρούπολη. Κατά τη διάρκεια τής παραμονής του στην πόλη σχετίστηκε με Ρωσίδα πριγκίπισσα, αλλά οι επιπλοκές αυτής τής σχέσης τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει τη χώρα. Ταξίδεψε στη Φινλανδία και τη Σουηδία, όπου ανακηρύχθηκε ιππότης από τον βασιλιά Γουσταύο Δ’ Αδόλφο το 1806. Στη συνέχεια επισκέφτηκε αρκετές γερμανικές αυλές.
Ενώ βρισκόταν στη Σουηδία, ο Πόρτερ είχε γνωρίσει τον στρατηγό Σερ Τζον Μουρ, τον οποίο συνόδευσε στην Ισπανία. Ήταν με τη στρατιωτική αποστολή καθ’ όλη τη διάρκεια. Ήταν παρών στη Γαλλο-Βρετανική μάχη τής Λα Κορούνια (1809) και στον θάνατο τού στρατηγού και ζωγράφισε πολλά σκίτσα τής εκστρατείας. Το 1811 επέστρεψε στη Ρωσία και το 1812 παντρεύτηκε τη Ρωσίδα πριγκίπισσά του (η οποία θα πέθαινε από τύφο στην Αγία Πετρούπολη τον Σεπτέμβριο τού 1826). Αναμείχθηκε σε ρωσικούς στρατιωτικούς και διπλωματικούς κύκλους.
Τον Αύγουστο τού 1817 έφυγε από την Αγία Πετρούπολη, σε μακρύ ταξίδι που τον οδήγησε μέσω Καυκάσου στην Τεχεράνη και στη συνέχεια νότια μέσω Ισφαχάν στην τοποθεσία τής αρχαίας Περσέπολης, όπου έκανε σχέδια και μετέγραψε σειρά από σφηνοειδείς επιγραφές. Ύστερα από παραμονή στο Σιράζ, επέστρεψε στο Ισφαχάν, προχώρησε στα Εκβάτανα και στη Βαγδάτη και στη συνέχεια, ακολουθώντας τη διαδρομή τής Καθόδου των Μυρίων τού Ξενοφώντος, έφτασε στο Σκουτάρι, απέναντι από την Κωνσταντινούπολη. Ήταν ο πρώτος που εντόπισε το μαυσωλείο τού Κύρου B’ τού Μεγάλου στις Πασαργάδες κοντά στο Σιράζ. Περιγραφή αυτού τού ταξιδιού τού Πόρτερ αποτελεί το βιβλίο του που εκδόθηκε το 1821.
Μετά την επιστροφή του στην Αγγλία, σύντομα έφυγε ξανά για τη Ρωσία, αλλά το 1826 διορίστηκε πρόξενος τής Βρετανίας στη Βενεζουέλα, θέση που κράτησε για δεκαπέντε χρόνια. Συνέχισε να ζωγραφίζει κατά τη διάρκεια αυτής τής περιόδου, με τα έργα του να περιλαμβάνουν πολλούς μεγάλους θρησκευτικούς πίνακες και ένα πορτρέτο τού Σίμον Μπολίβαρ.
Επέστρεψε στην Αγγλία το 1841. Ύστερα από σύντομη παραμονή με τον αδελφό του στο Μπρίστολ, πήγε να επισκεφτεί την κόρη του, που είχε παντρευτεί έναν Ρώσο αξιωματικό τού στρατού στην Αγία Πετρούπολη. Ετοιμαζόταν να επιστρέψει στην Αγγλία, αλλά πέθανε ξαφνικά στις 4 Μαΐου 1842, καθώς επέστρεφε με την άμαξά του από αποχαιρετιστήρια επίσκεψη στον τσάρο Νικόλαο Α’. Τάφηκε στην Αγία Πετρούπολη.
Εδώ περιλαμβάνονται τα παρακάτω τμήματα από το ταξίδι επιστροφής τού Πόρτερ από την Περσία στη Ρωσία:
– Από το Ερζερούμ στο Καράχισαρ (1819).
– Από το Καράχισαρ στην Αμάσεια (1819).
– Από την Αμάσεια στην Κωνσταντινούπολη (1819).
– Στην Κωνσταντινούπολη (1819).
Σμιθ
Στην τρίτη ενότητα παρουσιάζονται κεφάλαια από το βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1834 με τίτλο Ιεραποστολικές Έρευνες στην Αρμενία και υπότιτλο Συμπεριλαμβανομένου ενός ταξιδιού μέσα από τη Μικρά Ασία στη Γεωργία και την Περσία, με επίσκεψη στους Νεστοριανούς και Χαλδαίους χριστιανούς τής Ουρμία και τού Σαλμάς. Συγγραφείς του ήσαν οι Αμερικανοί ιεραπόστολοι Ιλάι Σμιθ (1801–1857) και Χάρισον Ντουάιτ (1803–1862).
Οι Σμιθ και Ντουάιτ ταξίδεψαν από τη Μάλτα το 1830, για να εξακριβώσουν τι θα μπορούσε να γίνει για την περαιτέρω «αναβίωση και αναμόρφωση των εκκλησιών τής Ανατολής στην Αρμενία, τη Γεωργία και την Περσία». Αυτή η αφήγηση τής εμπειρίας τους δημοσιεύτηκε το 1834. Ο ιδιαίτερος στόχος τους ήταν να επικοινωνήσουν με αρχαία χριστιανικά δόγματα όπως η Αρμενική Ορθόδοξη Εκκλησία και οι Νεστοριανοί και οι Χαλδαίοι τής Μικράς Ασίας και τής Συρίας. Το βιβλίο, που είναι γραμμένο με τη μορφή επιστολών προς την Επιτροπή Ιεραποστολών, παρέχει ζωντανές περιγραφές των περιοχών που ταξίδεψαν, των ανθρώπων που συνάντησαν και των αντιξοοτήτων τού ταξιδιού. Απογοητεύτηκαν ιδιαίτερα από την κατάσταση των χριστιανικών κοινοτήτων: όσο ειλικρινείς κι αν ἠσαν, «είχαν όλες παραστρατήσει και μάλιστα επικίνδυνα». Η προτεινόμενη λύση ήταν να «επανέλθουν στην πρωτόγονη αγνότητά τους» μέσω μεγαλύτερων ιεραποστολικών προσπαθειών.
Ο Σμιθ εγκαταστάθηκε στη Βηρυτό το 1833. Έκανε δύο ταξίδια στους Αγίους Τόπους το 1838 και το 1852, ενεργώντας ως διερμηνέας ιεραποστολών, στην προσπάθειά του να εντοπίσει και να καταγράψει τα βιβλικά τοπωνύμια στην Παλαιστίνη. Είναι γνωστός επειδή έφερε στη Συρία το πρώτο πιεστήριο με αραβικά τυπογραφικά στοιχεία. Συνέχισε να προωθεί εκείνο που θεωρούσε ότι ήταν το έργο της ζωής του: τη μετάφραση της Βίβλου στα αραβικά. Αν και πέθανε στη Βηρυτό πριν ολοκληρώσει το έργο, αυτό ολοκληρώθηκε από άλλους της Συριακής ιεραποστολής και δημοσιεύτηκε από το 1860 μέχρι το 1865.
Τα ακόλουθα μέρη από το βιβλίο των Σμιθ και Ντουάιτ περιλαμβάνονται εδώ:
– Από την Κωνσταντινούπολη στην Τοκάτ (1830).
– Από την Τοκάτ στο Ερζερούμ (1830).
– Από το Ερζερούμ στην Τραπεζούντα και την Πόλη (1831).
Μπραντ
Στην τέταρτη ενότητα παρουσιάζεται το άρθρο που δημοσιεύτηκε το 1836 στο Περιοδικό τής Βασιλικής Γεωγραφικής Εταιρείας τού Λονδίνου με τίτλο «Ταξίδι μέσω μέρους τής Αρμενίας και τής Μικράς Ασίας κατά το έτος 1835». Ο συγγραφέας του, Τζέιμς Μπραντ (πεθ. 1861), υπηρέτησε ως Βρετανός Πρόξενος στο Ερζερούμ από το 1836 έως το 1840 και στη Δαμασκό στα τέλη τής δεκαετίας τού 1850. Ο Μπραντ ήταν μέλος τής Βασιλικής Γεωγραφικής Εταιρείας (1857-1861).
Το άρθρο τού Μπραντ χωρίζεται εδώ στα ακόλουθα μέρη:
– Από την Τραπεζούντα στο Καρς μέσω Βατούμ (1835).
– Από το Καρς στο Ερζερούμ και το Χαρπούτ (1835).
– Από το Χαρπούτ στο Ντιγιάρμπακιρ και τη Μαλάτεια (1835).
– Από τη Μαλάτεια προς Σεβάστεια, Καισάρεια και Τοκάτ (1835).
– Από την Τοκάτ στην Τραπεζούντα (1835).
Χάμιλτον
Στην πέμπτη ενότητα παρουσιάζονται κεφάλαια από το βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1842 σε δύο τόμους με τίτλο Έρευνες στη Μικρά Ασία, τον Πόντο και την Αρμενία και υπότιτλο Με κάποια περιγραφή των Αρχαιοτήτων και τής Γεωλογίας τους. Συγγραφέας του ήταν ο Ουίλιαμ Χάμιλτον (1805-1867), γραμματέας τής Γεωλογικής Εταιρείας τού Λονδίνου εκείνη την εποχή και στη συνέχεια Συντηρητικός βουλευτής (1841-1847), πρόεδρος τής Βασιλικής Γεωγραφικής Εταιρείας (1848-1849), πρόεδρος τής Γεωλογικής Εταιρείας (1854-1866), εκλεγμένο μέλος τής Βασιλικής Εταιρείας (1855) και εκλεγμένο μέλος τής Αμερικανικής Φιλοσοφικής Εταιρείας (1862).
Στις αρχές τοὐ 1835, ενώ σχεδίαζε ταξίδι στην Ευρώπη, ο Χάμιλτον παρακινήθηκε να προτιμήσει να στρέψει την προσοχή του σε ορισμένες επαρχίες τής Τουρκίας στην Ασία, που ήσαν συγκριτικά άγνωστες και οι οποίες θα μπορούσαν να προσφέρουν ανακαλύψεις ενδιαφέροντος για τον αρχαιολόγο, τον γεωγράφο και τον γεωλόγο. Οργάνωσε λοιπόν ένα σχέδιο, το οποίο υποσχόταν να ικανοποιήσει την αγάπη του για τα ταξίδια και να αναζωπυρώσει αυτά τα κλασικά ενδιαφέροντα.
Η προσοχή τού Χάμιλτον κατά τη διάρκεια τού ταξιδιού του στράφηκε κυρίως στη συγκριτική γεωγραφία τής χώρας, στην εξέταση αρχαίων ερειπίων και στον καθορισμό θέσεων με αστρονομικές παρατηρήσεις. Η γεωλογία τής χώρας κατέλαβε επίσης μεγάλο μέρος τού χρόνου του ενώ, παρά τη δυσκολία μεταφοράς που αντιμετώπισε, είχε την τύχη να δημιουργήσει μεγάλη συλλογή από πετρώματα και ορυκτά.
Ο Χάμιλτον σύντομα διαπίστωσε ότι οι τότε διαθέσιμοι χάρτες τής χώρας ήσαν πολύ ανακριβείς, στην πραγματικότητα εντελώς άχρηστοι. Δεν λογάριασε λοιπόν ούτε χρόνο ούτε κόπο, προκειμένου να κάνει προσεκτικό σχολιασμό τού χρόνου, των αποστάσεων και των κατευθύνσεων, ώστε, μαζί με αστρονομικές παρατηρήσεις τού γεωγραφικού πλάτους, να μπορέσει να κατασκευάσει έναν πιο σωστό χάρτη εκείνων των τμημάτων τής χερσονήσου, μέσα από τα οποία πέρασε.
Τα ακόλουθα μέρη τού ταξιδιού τού Χάμιλτον παρουσιάζονται εδώ:
– Σμύρνη-Κωνσταντινούπολη-Τραπεζούς-Ερζερούμ (1836).
– Ερζερούμ-Καρς-Ανί (1836).
– Ανί-Καρς-Τορτούμ-Ισπίρ (1836).
– Ισπίρ-Μπαϊμπούρτ-Γκουμούσχανε-Τραπεζούς (1836).
– Τραπεζούς-Πλάτανα-Τρίπολις (1836).
– Τρίπολις-Κερασούς-Κοτύωρα-Οινόη (1836).
– Οινόη-Θεμίσκυρα-Αμισός (1836).
– Αμισός-Μπάφρα-Σινώπη (1836).
– Σινώπη-Βεζίρκιοπρου (1836).
– Βεζίρκιοπρου-Λαντίκ-Νικσάρ-Κόμανα-Τοκάτ (1836).
– Τοκάτ-Ζήλα-Αμάσεια (1836).
– Αμάσεια-Τσόρουμ-Τάβιον (1836).
Σάουθγκεϊτ
Στην έκτη ενότητα παρουσιάζονται κεφάλαια από το βιβλίο που εκδόθηκε το 1840 σε δύο τόμους με τίτλο Αφήγηση μιας Περιήγησης μέσω Αρμενίας, Κουρδιστάν, Περσίας και Μεσοποταμίας, με παρατηρήσεις για την κατάσταση τού Μωαμεθανισμού και τού Χριστιανισμού στις χώρες αυτές. Συγγραφέας του ήταν ο Αμερικανός Οράτιος Σάουθγκεϊτ (1812–1894), που έγινε το 1834 μέλος τής Προτεσταντικής Επισκοπικής Εκκλησίας των Ηνωμένων Πολιτειών τής Αμερικής, στη συνέχεια χειροτονήθηκε διάκονος (1835) και τού ανατέθηκε ιεραποστολική δράση στην Ανατολή (1836).
O Σάουθγκεϊτ αναχώρησε με πλοίο από τη Νέα Υόρκη στις 24 Απριλίου 1836. Έφτασε στη Χάβρη στις 31 Μαΐου και από εκεί προχώρησε στο Παρίσι και στο Σαλόν συρ Λαόν, όπου επιβιβάστηκε σε ποταμόπλοιο προς Λυών και εκεί σε άλλο προς Μασσαλία. Αναχώρησε από εκεί με πλοίο προς Κωνσταντινούπολη στις 2 Ιουλίου, όπου έφτασε στις 31 Ιουλίου 1836.
Τα ακόλουθα τμήματα ταξιδιού από το βιβλίο τού Σάουθγκεϊτ περιλαμβάνονται εδώ:
– Από την Κωνσταντινούπολη στην Τραπεζούντα (1836).
– Από Τραπεζούντα προς Γκουμούσχανε (1836).
– Από τη Γκουμούσχανε στο Ερζερούμ (1836) .
Επιστρέφοντας στις ΗΠΑ, ο Σάουθγκεϊτ ολοκλήρωσε επίσης μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, αποκτώντας διδακτορικό στη Θεολογία (1845). Χειροτονήθηκε το 1844 ως ιεραπόστολος επίσκοπος «για την επικράτεια και τις εξαρτήσεις τού σουλτάνου» (δηλαδή τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας). Ακολούθησαν ταξίδια στη σημερινή Τουρκία, το Ιράν, το Ιράκ και σε άλλα μέρη τής Μέσης Ανατολής. Επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1849. Υπηρέτησε ως εφημέριος σε διάφορες εκκλησίες (Πόρτλαντ, Βοστώνη, Νέα Υόρκη) και πέθανε το 1894 από τυφοειδή ελονοσία στην Αστόρια τής Νέας Υόρκης.
Κέρζον
Στην έβδομη ενότητα παρουσιάζονται κεφάλαια από το βιβλίο που εκδόθηκε το 1854 με τίτλο Αρμενία: Ένα έτος στο Ερζερούμ και στα σύνορα Ρωσίας, Τουρκίας και Περσίας. Συγγραφέας του ήταν ο Ρόμπερτ Κέρζον, τότε ιδιαίτερος γραμματέας τού πρέσβη τής Βρετανίας στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Κέρζον (1810–1873) ήταν Άγγλος περιγητής, διπλωμάτης και συγγραφέας, που δραστηριοποιήθηκε στην Εγγύς Ανατολή και απέσπασε πολλά σημαντικά χειρόγραφα από μοναστήρια τού Αγίου Όρους και τής Παλαιστίνης, χειρόγραφα που φυλάσσονται τώρα στη Βρετανική Βιβλιοθήκη. Είχε βρεθεί στο Ερζερούμ ως εκπρόσωπος των Άγγλων για συγκεκριμένο λόγο. Συνεχιζόταν από καιρό ένας παραμεθόριος πόλεμος ανάμεσα στις φυλές των Κούρδων στα όρια τής τουρκικής και τής περσικής αυτοκρατορίας, ο οποίος ξεκινούσε από την ορεινή χώρα στην περιοχή τού Αραράτ προς βορρά και συνεχιζόταν προς νότο μέχρι τη Μεσοποταμία. Συνέπεια τής έκρυθμης κατάστασης σε αυτές τις άγριες περιοχές ήταν ότι οι δρόμοι ήσαν ανασφαλείς για τούς ταξιδιώτες.
Για να τερματιστεί ή τουλάχιστον να ελεγχθεί αυτή η αξιοθρήνητη κατάσταση, οι κυβερνήσεις τής Τουρκίας και τής Περσίας ζήτησαν τη βοήθεια τής Αγγλίας και τής Ρωσίας, ώστε να εκπονηθεί συνθήκη ειρήνης και να οριοθετηθεί με σαφήνεια η γραμμή των μεταξύ τους συνόρων. Ορίστηκε λοιπόν τετραμερής διάσκεψη στο Ερζερούμ, οι εργασίες τής οποίας ξεκίνησαν στις αρχές τού 1842. Ο συνταγματάρχης επικεφαλής τής αγγλικής αντιπροσωπείας καθυστέρησε για κάποιο διάστημα λόγω ασθένειας και τον αντικατέστησε προσωρινά ο Κέρζον. Τον Ιούνιο τού 1847 υπεγράφη συνθήκη, στην οποία προσδιορίστηκαν τα όρια των δύο αυτοκρατοριών.
Από το βιβλίο τού Κέρζον παρουσιάζονται εδώ οι εξής ενότητες:
– Φτάνοντας στην Τραπεζούντα (1842).
– Από την Τραπεζούντα στο Ερζερούμ (1842).
– Από το Ερζερούμ στην Τραπεζούντα (1843).
– Παλαιότερη ιστορία τής Τραπεζούντας.
Παρένθεση
Στην όγδοη ενότητα, με αφορμή την ανάλαφρη και όχι τεκμηριωμένη περιγραφή τού Κέρζον στην αμέσως προηγούμενη ενότητα, παρέχονται περιγραφές που αφορούν
– Την άλωση τής Τραπεζούντας από τούς Γότθους το 258 μ. Χ. και
– Την κατάκτηση τής Τραπεζούντας από τούς Οθωμανούς το 1461,
όπως παρέχονται από Έλληνες ιστορικούς, στην πρώτη περίπτωση από τον ιστορικό τού 5ου αιώνα Ζώσιμο και στη δεύτερη από τούς Γεώργιο Σφραντζή, Κριτόβουλο, Λαόνικο Χαλκοκονδύλη, Δούκα, Ψευδο-Σφραντζή και Γεώργιο Αμηρούτζη, καθώς και σε απόσπασμα από την αγνώστου συγγραφέα Έκθεσι Χρονική.
Οι περιγραφές παρατίθενται σε πρωτότυπο και σε δική μας απόδοση στη νεοελληνική.
Λέιαρντ
Στην ένατη ενότητα παρουσιάζεται το πρώτο κεφάλαιο τού βιβλίου που εκδόθηκε το 1853 με τίτλο Ανακαλύψεις ανάμεσα στα ερείπια τής Νινευή και τής Βαβυλώνας. Συγγραφέας του ήταν ο Όστιν Χένρι Λέιαρντ. Ήταν Άγγλος περιηγητής, αρχαιολόγος, μελετητής τής σφηνοειδούς γραφής, ιστορικός τέχνης, σχεδιαστής, συλλέκτης, συγγραφέας, πολιτικός και διπλωμάτης, καλύτερα γνωστός ως ανασκαφέας τής Νιμρούντ και τής Νινευή, όπου αποκάλυψε το 1851 τη βιβλιοθήκη τού Ασουρμπανιπάλ.
Το 1842 ο Λέιαρντ γνωρίστηκε στην Κωνσταντινούπολη με τον Σερ Στράντφορντ Κάνινγκ, τον βρετανό πρέσβη, ο οποίος τού ανέθεσε διάφορες ανεπίσημες διπλωματικές αποστολές στην Ευρωπαϊκή Τουρκία. Το 1845, με ενθάρρυνση και βοήθεια από τον Κάνινγκ, ο Λέιαρντ άφησε την Κωνσταντινούπολη για να κάνει τις εξερευνήσεις στα ερείπια τής Ασσυρίας, με τις οποίες συνδέεται κυρίως το όνομά του. Αυτή η αποστολή αποτελούσε την εκπλήρωση σχεδίου που είχε εκπονήσει, όταν, κατά τη διάρκεια των προηγούμενων ταξιδιών του στην Ανατολή, η περιέργειά του είχε εξαφθεί πολύ από τα ερείπια τής Νιμρούντ επί τού Τίγρη και από τον μεγάλο τύμβο τού Κουγιουντζίκ κοντά στη Μοσούλη, ο οποίος είχε ήδη εν μέρει ανασκαφεί.
Ο Λέιαρντ παρέμεινε στην περιοχή τής Μοσούλης μέχρι το 1847, πραγματοποιώντας ανασκαφές στο Κουγιουντζίκ και τη Νιμρούντ και διερευνώντας την κατάσταση διαφόρων λαών. Επιστρέφοντας στην Αγγλία το 1848, δημοσίευσε το έργο Η Νινευή και τα Ερείπιά της, με περιγραφή μιας επίσκεψης στους Ασσυρίους και τούς Γιεζίντι και έρευνα των ηθών και τεχνών των αρχαίων Ασσυρίων (2 τόμοι, 1848-1849). Επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη ως ακόλουθος τής βρετανικής πρεσβείας και τον Αύγουστο τού 1849 ξεκίνησε δεύτερη αποστολή, κατά τη διάρκεια τής οποίας επέκτεινε τις έρευνές του στα ερείπια τής Βαβυλώνας και στους τύμβους τής νότιας Μεσοποταμίας. Πιστώνεται με την ανακάλυψη τής βιβλιοθήκης τού Ασουρμπανιπάλ κατά τη διάρκεια αυτής τής περιόδου. Η καταγραφή του αυτής τής δεύτερης αποστολής, με τίτλο Ανακαλύψεις στα ερείπια τής Νινευή και τής Βαβυλώνας, δημοσιεύτηκε το 1853. Κατά τη διάρκεια αυτών των αποστολών, συχνά σε συνθήκες μεγάλης δυσκολίας, ο Λέιαρντ έστελνε στην Αγγλία τα δείγματα που αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος τής συλλογής Ασσυριακών αρχαιοτήτων στο Βρετανικό Μουσείο τού Λονδίνου.
Πέρα από την αρχαιολογική αξία τού έργου του στον εντοπισμό τού Κουγιουντζίκ ως αρχαιολογικού χώρου τής Νινευή και στη διάθεση μεγάλου όγκου υλικού για την εργασία των μελετητών, τα δύο αυτά βιβλία τού Λέιαρντ ήσαν από τα καλύτερα γραμμένα ταξιδιωτικά βιβλία. Εδώ παρουσιάζεται το πρώτο κεφάλαιο τού δεύτερου βιβλίου, το οποίο καλύπτει το ταξίδι τού Λέιαρντ το 1849 από την Κωσταντινούπολη προς Ασσυρία, μέσω Τραπεζούντας, Ερζερούμ και λίμνης Βαν:
– Από την Τραπεζούντα στη λίμνη Βαν (1849).
Τόζερ
Στη δέκατη ενότητα παρουσιάζονται κεφάλαια από το βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1881 με τίτλο Τουρική Αρμενία και Ανατολική Μικρά Ασία με συγγραφέα τον αιδεσιμότατο Χένρι Τόζερ, Βρετανό συγγραφέα, πανεπιστημιακό δάσκαλο, περιηγητή και γεωγράφο.
Ο Τόζερ γεννήθηκε στο Πλύμουθ το 1829. Ο πατέρας του ήταν αξιωματικός τού Βασιλικού Ναυτικού. Μετά την αποφοίτησή του από το Κολέγιο Έξετερ τής Οξφόρδης το 1850, δίδαξε εκεί από το 1855 έως το 1893. Είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον «στη διασταύρωση τής γεωγραφίας και των κλασικών». Ταξίδεψε πολύ στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή και Ασιατική Τουρκία. Πέθανε το 1916 στο Όξφορντσαϊρ.
Για το γράψιμο αυτού τού βιβλίου, ο Τόζερ σκόπευε αρχικά να εξερευνήσει το εσωτερικό τής Μικράς Ασίας, αλλά αυτό το ταξίδι διακόπηκε από τον μεγάλο λιμό που επισκέφθηκε εκείνη την περιοχή το 1874. Αυτό το γεγονός έστρεψε το ενδιαφέρον του προς την Αρμενία και ιδιαίτερα τον άνω ρου τού Ευφράτη και τού Τίγρη. Όμως και αυτό το σχέδιο ανατράπηκε προσωρινά από τον Ρωσο-Τουρκικό Πόλεμο τού 1877-78, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτό μέχρι το 1879. Στο ενδιάμεσο διάστημα αυτές οι περιοχές και οι κάτοικοί τους (Αρμένιοι, Κούρδοι κλπ.) είχαν αποκτήσει πρόσθετο ενδιαφέρον, λόγω τού ίδιου τού πολέμου και των διαπραγματεύσεων που ακολούθησαν. Το 1879 ο Τόζερ μπόρεσε να ολοκληρώσει το ταξίδι και να συνδυάσει το κύκλωμα τής τουρκικής Αρμενίας με επίσκεψη στα αντικείμενα μεγαλύτερου ενδιαφέροντος στο ανατολικό τμήμα τής Μικράς Ασίας. Εδώ παρουσιάζονται οι εξής ενότητες από το βιβλίο τού Τόζερ:
– Από την Κωνσταντινούπολη στην Αμάσεια (1879).
– Από την Αμάσεια στον Αλατζά (1879).
– Ερζερούμ και Μπαϊμπούρτ (1879).
– Σουμελά και Τραπεζούς (1879).
Λιντς
Στην εντέκατη ενότητα παρουσιάζονται κεφάλαια από το βιβλίο Αρμενία: Ταξίδια και Μελέτες τού Χένρι Φίνις Μπλος Λιντς, που εκδόθηκε το 1901 σε δύο τόμους. Ο Λιντς ήταν μοναχογιός τού εξερευνητή τής Μεσοποταμίας Τόμας Κερ Λιντς. Η αρμενική καταγωγή τού παππού του από την πλευρά τής μητέρας του ίσως έπαιξε ρόλο στο ενδιαφέρον του για την Αρμενία. Γεννήθηκε στο Λονδίνο, πήγε στο Κολλέγιο Ήτον και ακολούθησε νομικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο τής Χαϊδελβέργης και κλασικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο τού Κέμπριτζ. Απέφυγε τη σταδιοδρομία στη δικηγορία για να εργαστεί για την οικογενειακή επιχείρηση, που είχε ιδρυθεί στη Βαγδάτη το 1841 και εισήγαγε εκεί αγαθά από τη Βρετανία.
Το βιβλίο τού Λιντς περιλαμβάνει την περιγραφή δύο ξεχωριστών ταξιδιών στην Αρμενία, όπου το πρώτο εκτείνεται από τον Αύγουστο τού 1893 μέχρι τον Μάρτιο τού 1894 και το δεύτερο από τον Μάιο μέχρι τον Σεπτέμβριο τού 1898. Πριν ξεκινήσει γι’ αυτά τα ταξίδια, ο Λιντς ήταν ήδη εξοικειωμένος με τις όμορες χώρες, έχοντας περάσει σημαντικό μέρος των ετών 1889 και 1890 στη Μεσοποταμία και την Περσία.
Στις γενικές εκλογές τού 1906 ο Λιντς εξελέγη ως μέλος τού Βρετανικού Κοινοβουλίου στην περιφέρεια Ρίπον τού Βόρειου Γιόρκσαϊρ, αλλά ηττήθηκε στις γενικές εκλογές τού Ιανουαρίου 1910. Πέθανε, άγαμος, από πνευμονία σε ένα ξενοδοχείο στο Καλαί το 1913. Άφησε τη μισή περιουσία του στο Trinity College τού Κέμπριτζ. Κληροδότησε επίσης στο Βρετανικό Μουσείο μεγάλο αριθμό αντικειμένων τέχνης τής Μέσης Ανατολής.
Εδώ παρουσιάζονται οι εξής ενότητες από το δίτομο έργο τού Λιντς:
– Η ακτή τού Ευξείνου και το λιμάνι τής Τραπεζούντας (1893).
– Συμπληρωματικό σημείωμα τού Λιντς.
– Από την Τραπεζούντα στο Βατούμ και την Αρμενία (1893).
– Από το Ερζερούμ στην Τραπεζούντα τον Φεβρουάριο (1894).
– Από την Τραπεζούντα στο Ερζερούμ τον Ιούνιο (1898).
Μπριό
Τέλος στη δωδέκατη ενότητα παρουσιάζεται το άρθρο με τίτλο «Προσδιορισμός τού όρους Θήχης τού Ξενοφώντος», που δημοσιεύτηκε το 1870 στο Περιοδικό τής Βασιλικής Γεωγραφικής Εταιρείας τού Λονδίνου (τόμος 40, σελ. 463-473) σε αγγλική μετάφραση τού Τ. Κ. Λιντς, μέλους τής Βασιλικής Γεωγραφικής Εταιρείας. Στον τίτλο τού άρθρου έχει γίνει λάθος και το όνομα του συγγραφέα M. P. Briot γράφεται ως M. P. Rorit, πράγμα που έχει επισημάνει από καιρό ο Γκούσταβ Γκάσνερ στη σελ. 3 τού άρθρου του «Η διαδρομή των Μυρίων προς την Τραπεζούντα», που δημοσιεύτηκε το 1953 στο περιοδικό Πραγματείες τής Επιστημονικής Εταιρείας τού Μπράουνσβαϊκ.25
Ο Μπριό ήταν Γάλλος αρχιμηχανικός και εργαζόταν στη διάρκεια τής δεκαετίας τού 1870 στην κατασκευή τού νέου αμαξιτού δρόμου, που θα συνέδεε την Τραπεζούντα με το Ερζερούμ και την Ανατολή. Εκτός από μηχανικός ήταν και αρχαιολάτρης. Με τη γνώση που απέκτησε για την περιοχή στη διάρκεια σειράς ετών, επιχείρησε και αυτός να εντοπίσει το όρος Θήχης τού Ξενοφώντος, από το οποίο οι Μύριοι είδαν τη θάλασσα ύστερα από δυο χρόνια Ανάβασης (Μυρίανδος Κιλικίας-Συρία-Κούναξα Βαβυλωνίας) και Καθόδου (Βαβυλωνία-Ασσυρία-χώρα Καρδούχων-Αρμενία-Πόντος). Τη θέση τού άρθρου τού Μπριό σε αυτό το βιβλίο δικαιολογούν κυρίως ο χάρτης και τα στοιχεία που παρέχει γι’ αυτή την περιοχή, την οποία διέσχισαν και περιέγραψαν εδώ οι Κίνεϊρ, Σμιθ, Χάμιλτον, Σάουθγκεϊτ, Κέρζον, Τόζερ και Λιντς.
Το άρθρο τού Μπριό παρουσιάζεται και σχολιάζεται σε δύο ενότητες:
– Το όρος Θήχης τού Ξενοφώντος.
– Ο χάρτης τού Μπριό για τις διαδρομές από την Τραπεζούντα.
Το βιβλίο ολοκληρώνεται με Γλωσσάρι, Βιβλιογραφία, καθώς και Ευρετήριο γεωγραφικών όρων στην έντυπη έκδοση και στην pdf έκδοση τού ηλεκτρονικού βιβλίου.
***
Όπως αναφέραμε, μεταφέρθηκαν εδώ αυτούσια τα δύο άρθρα, αλλά από τα βιβλία των εννέα περιηγητών περιλαμβάνονται μόνο εκείνα τα κομμάτια που σχετίζονται με τον Πόντο. Από τον γενικό αυτόν κανόνα έχουν γίνει κάποιες μικρές εξαιρέσεις.
Κατ’ αρχάς οι αφηγήσεις που ξεκινούν από την Κωνσταντινούπολη ή καταλήγουν σε αυτήν παρέχονται με αφετηρία ή τέρμα την ίδια την Κωνσταντινούπολη, για δύο λόγους: Πρώτον, επειδή κρίναμε ότι θα ήταν ενδιαφέρον για τον αναγνώστη να έχει μια από πρώτο χέρι εικόνα τής Πόλης τις παραμονές τής επανάστασης (Πόρτερ 1819) ή κατά την πρώιμη περίοδο συγκρότησης τού νεοελληνικού κράτους (Χάμιλτον 1836). Δεύτερον, επειδή, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, είναι πραγματικά δύσκολο να οριοθετηθεί ο ιστορικός Πόντος στο δυτικό του άκρο, που κατά περιόδους αλλεπικαλύπτεται με τη Βιθυνία και την Παφλαγονία.
Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι όλα τα ταξίδια στις κατευθύνσεις βορράς-νότος ή δύση-ανατολή που περνούν από το Ερζερούμ, παρέχονται κατά περίπτωση με αφετηρία ή τέρμα το Ερζερούμ. Η ίδια η πόλη αυτή βρίσκεται έξω από τον ιστορικό Πόντο, αλλά δεν κρίθηκε σκόπιμο να καταστραφεί η δομή κεφαλαίων των βιβλίων των περιηγητών ξεκινώντας την αφήγηση από τη μέση τού πουθενά, δηλαδή από κάποιο σημείο τής «νεκρής ζώνης» μεταξύ Μπαϊμπούρτ και Ερζερούμ.
Για παρεμφερή λόγο έχουμε συμπεριλάβει ολόκληρα τα κεφάλαια των αφηγήσεων τού Χάμιλτον και τού Τόζερ νοτίως τής Αμάσειας και ολόκληρο το πρώτο κεφάλαιο τού Λέιαρντ νοτίως τού Ερζερούμ.
Τέλος σε μια περίπτωση (Χάμιλτον) έχουμε παράσχει την περιήγηση από Ερζερούμ προς Καρς, Ανί και Γκυουμρί και πίσω πάλι μέσω Ισπίρ και Μπαϊμπούρτ. Οι λόγοι είναι δύο: Πρώτον, το Καρς τής ρωσικής κατοχής, αλλά και η Ισπίρ γεωγραφικά, βρίσκονται μέσα στα όρια τού ιστορικού Πόντου. Δεύτερον, έχοντας επιχειρηματολογήσει υπέρ τής πορείας τής Καθόδου των Μυρίων ανατολικά μέχρι το Γκυουμρί, όπου τοποθετούμε την πόλη Γυμνιάς τού Ξενοφώντος, κρίναμε σκόπιμο να εξοικειώσουμε τον αναγνώστη με τις λεπτομέρειες αυτής τής πιθανής διαδρομής.
Η εικονογράφηση τού βιβλίου αυτού είναι τριών ειδών. Πρώτον, περιλαμβάνονται σκίτσα, χαρακτικά, επιγραφές, φωτογραφίες κλπ., με παραπομπή στην πηγή, όπως παρέχονται στα παρουσιαζόμενα εδώ παλαιά βιβλία και άρθρα ἠ σε άλλα τής ίδιας εποχής. Δεύτερον, περιλαμβάνονται φωτογραφίες από το ταξίδι τού γράφοντος με την οικογένειά του στον Πόντο το καλοκαίρι τού 2014. Τρίτον, αναδημοσιεύονται επίσης παλαιές καρτ-ποστάλ εκείνης τής εποχής από πόλεις και περιοχές τού Πόντου.
Για τα τουρκικά τοπωνύμια έχει επιλεγεί ο τύπος και η ορθογραφία που επικρατεί σήμερα στους σύγχρονους χάρτες. Για παράδειγμα η Αμισός αναφέρεται ως Σαμσούν, η Αργυρούπολη ως Γκουμούσχανε, η Σεβάστεια ως Σίβας. Στόχος είναι να δοθεί στον αναγνώστη η δυνατότητα να διαβάσει πάνω στους σύγχρονους χάρτες τα ονόματα που παρουσιάζονται στο βιβλίο. Όμως ο προσεκτικός αναγνώστης θα επισημάνει ότι και η Αμισός και η Αργυρούπολη και η Σεβάστεια υπάρχουν στο βιβλίο εκεί όπου χρειάζεται να υπάρχουν.
Επίσης πολλοί τουρκικοί όροι που εμφανίζονται συχνά στο βιβλίο, εξηγούνται την πρώτη φορά σε υποσημείωση και στη συνέχεια παρατίθενται αυτούσιοι αλλά με πλάγια γράμματα, για να επιστήσουν την προσοχή τού αναγνώστη, αφενός ότι ο συγκεκριμένος όρος έχει ήδη εξηγηθεί και αφετέρου ότι η εξήγησή του επαναλαμβάνεται στο Γλωσσάρι στο τέλος τού βιβλίου. Αυτό ήταν αναπόφευκτο, για να μην οδηγηθούμε σε απαράδεκτους μεταγλωττισμούς. Για παράδειγμα, οι τάταρ στους οποίους αναφέρονται όλοι σχεδόν οι περιηγητές δεν ήσαν κατ’ ανάγκη Τάταροι (Μογγόλοι) και δεν ήταν δυνατό να μεταφραστούν έτσι.
Στο βιβλίο περιλαμβάνονται τριών ειδών υποσημειώσεις. Πρώτα, εκείνες που μεταφέρονται απευθείας από το πρωτότυπο και ξεκινούν εδώ κατά κανόνα με το όνομα τού συγγραφέα (π.χ. «σημ. τού Κίνεϊρ» ή «σημ. τού Σμιθ»). Στη συνέχεια, εκείνες που παραπέμπουν σε συγγραφείς τής αρχαιότητας, είτε περιλαμβάνονται ως σημειώσεις στο πρωτότυπο βιβλίο είτε όχι. Εδώ δεν παρέχεται κατά κανόνα υπόμνηση στον Κίνεϊρ για παράδειγμα ή στον Σμιθ, γιατί ακόμη κι όταν υπάρχει δική του παραπομπή τής μορφής «Στράβων, XII σελ. 234», την έχουμε επεκτείνει ιδιαιτέρως, παρέχοντας πλήρη βιβλιογραφική παραπομπή (για παράδειγμα Στράβων 12.3.24), μαζί με το πρωτότυπο αρχαίο κείμενο και δική μας νεοελληνική μετάφραση τού πρωτότυπου κειμένου. Τέλος, στο βιβλίο περιλαμβάνονται και δικές μας επεξηγηματικές υποσημειώσεις, που στοχεύουν συνήθως στη διασύνδεση μεταξύ των βιβλίων ή άρθρων, καθώς και στην επισήμανση αδιευκρίνιστων λεπτομερειών.
Έχουμε ενοποιήσει την τουρκική διατύπωση γεωγραφικών όρων (πόλεων, ποταμών κλπ.), με τον τρόπο που αυτοί εμφανίζονται στους σύγχρονους χάρτες. Συνήθως επισημαίνουμε στον αναγνώστη τη διαφορά ανάμεσα στον τρέχοντα όρο και εκείνον που υιοθετεί ο εκάστοτε συγγραφέας. Ακόμη και για ελάσσονες γεωγραφικούς όρους όπως τα ονόματα χωριών, καταβλήθηκε ιδιαίτερη προσπάθεια να βρεθεί η σύγχρονη αντιστοίχιση, πράγμα που κατά κανόνα επιτεύχθηκε, με εξαίρεση λίγες περιπτώσεις. Τα ονόματα πολλών χωριών δεν έχουν μόνο αλλάξει από την εποχή τού εκάστοτε συγγραφέα μέχρι σήμερα, αλλά ποικίλουν και από συγγραφέα σε συγγραφέα, σε συνάρτηση με την ακρίβεια των σημειώσεων που κρατούσε αυτός.
Ας σημειώσουμε ότι στα δυο πρώτα βιβλία που περιλαμβάνονται εδώ, εκείνα τού Κίνεϊρ και τού Πόρτερ, υπάρχουν αρκετά λάθη στην καταγραφή δευτερευόντων τοπωνυμίων, για διαφορετικούς όμως λόγους. Ο Κίνεϊρ αναφέρει ότι πολλές πολύτιμες σημειώσεις του τις πήραν πειρατές, μαζί με τις αποσκευές του, στον Περσικό κόλπο κατά το ταξίδι επιστροφής του στην Ινδία (Εισαγωγή, σελ. viii-ix). Ο Πόρτερ από την άλλη πλευρά, μετακινούνταν συνεχώς. Έτσι ο στοιχειοθέτης τού χειρογράφου ζητούσε συγγνώμη από το κοινό, για ορισμένα λάθη που είχαν παρεισφρήσει στο έργο στην ορθογραφία των ονομάτων, λόγω τής δυσκολίας αποκρυπτογράφησης τού γραφικού χαρακτήρα τού συγγραφέα (Πρόλογος 1ου τόμου, σελ. xi).
Έχουμε επίσης σχεδιάσει και συμπεριλάβει, κατά ενότητα ταξιδιού, τον χάρτη τής διαδρομής που ακολούθησε κάθε συγγραφέας, αλλά κάθε τέτοιος χάρτης έχει σχεδιαστεί με σύγχρονο γεωγραφικό υπόβαθρο. Ο αναγνώστης πρέπει να καταλάβει ότι η γεωγραφική γνώση τής εν λόγω περιοχής κατά τον 19ο αιώνα δεν ήταν καθόλου πλήρης, πράγμα που συχνά υπαινίσσονται οι ίδιοι οι περιηγητές-συγγραφείς. Επομένως δεν θα είχε νόημα να αναπαραχθούν εδώ οι χάρτες που συνοδεύουν τα βιβλία τους.
Τέλος στο κείμενο, προς αποφυγή αμφισημιών, οι επτά μονοσύλλαβες άτονες λέξεις «μου», «μας», «σου», «σας», «της», «του» και «τους» χρησιμοποιούνται μόνο με την κτητική έννοια, ενώ σε άλλες περιπτώσεις (άρθρα γενικής ή αιτιατικής πτώσης κλπ.) εφαρμόζεται μια δεύτερη εκδοχή τους με τόνο («μού», «μάς», «σού», «σάς», «τής», «τού», «τούς»), όπως υποδεικνύουν πρόσφατες απόψεις για την εξέλιξη τού μονοτονικού μας συστήματος.
Η συγκρότηση αυτού τού βιβλίου βασίστηκε στην υπόθεση ότι λεπτομέρειες τής ιστορίας τού Πόντου θα ενδιέφεραν. Πρόκειται ακριβώς για υπόθεση.
Απρίλιος 2024
1. Κίνεϊρ: Ταξίδι μέσα από τη Μ. Ασία, την Αρμενία και το Κουρδιστάν-> |